Παρασκευή 29 Μαΐου 2009

"Τύπος Νεκρός ή Τύπος και Υπογραμμός";

Τα αγωνιώδη δημοσιεύματα με αντικείμενο την κρίση που μαστίζει διεθνώς τον Τύπο εξαπλώνονται πιο γρήγορα και από τα κρούσματα της γρίπης των χοίρων. Με εφημερίδες κολοσσούς να έχουν ήδη εγκαταλείψει τα εγκόσμια και άλλες να παραμένουν στη ζωή μόνο με «τεχνική υποστήριξη» σε θαλάμους εντατικής θεραπείας, είναι λογικό ο χώρος να ανησυχεί για το μέλλον του. Πιθανόν άργησε αρκετά να το κάνει, ανησυχώντας για όλα τα άλλα.
«Φταίει το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, το internet» λένε άνθρωποι του Τύπου ασπαζόμενοι το δόγμα: «για όλα φταίνε οι άλλοι». Μάλιστα! Μπορεί να φταίει και ο ανάδρομος Ερμής. Δηλαδή, το λογικό θα ήταν η εξέλιξη να έχει σταματήσει στην εποχή του Γουτεμβέργιου, ώστε οι εφημερίδες να συνεχίσουν να μεσουρανούν; Χαζό! Εξέλιξη λέγεται. Αλλιώς θα τη λέγαμε στασιμότητα, άγαλμα, ιμάμ-μπαϊλντί, Έβερεστ, μύδι ή ό,τι άλλο υποδηλώνει ακινησία τέλος πάντων.
Δουλειά της εξέλιξης είναι να προκαλεί κρίσεις σε καθετί «παλιό». Δουλειά των δημοσιογράφων είναι η πρόβλεψη των επιδράσεών της. Αν κάποιοι, λοιπόν, μπορούσαν να προβλέψουν τη διαφαινόμενη κρίση του Τύπου προωθώντας τις απαιτούμενες διορθώσεις, αυτοί θα έπρεπε να είναι οι δημοσιογράφοι των εφημερίδων. Ο δημοσιογράφος που δεν αντιλαμβάνεται τις μεταβολές, απλώς δεν είναι δημοσιογράφος. Ίσως είναι αγροφύλακας, χαρτορίχτρα, λιμενεργάτης αλλά όχι δημοσιογράφος. Ο Τύπος δε θα μπορούσε να παραμείνει ανεπηρέαστος από τις εξελίξεις. Διακρίσεις η εξέλιξη δεν κάνει. Αν οι εφημερίδες μπορέσουν να ανανεωθούν και να προσαρμοστούν, έχει καλώς. Αν, για κάποιο λόγο, δείξουν ανημπόρια, τότε πάμε για τα κόλλυβα … και τι καλός που ήταν ο μακαρίτης!
Αν όντως για την κρίση του Τύπου «φταίνε οι άλλοι», τότε ο Τύπος είναι ήδη νεκρός! Ραδιόφωνο, τηλεόραση και Διαδίκτυο δε θα επιδείξουν καμιά καλότητα αφήνοντας ζωτικό χώρο στο πιο παραδοσιακό από τα μέσα. Οπότε κάθε συζήτηση είναι άσκοπη και σταματά εδώ. Ακόμα και ο Μπομπ ο Σφουγγαράκης καταλαβαίνει ότι η πρακτική των εφημερίδων «να προσφέρουμε κι εμείς ό,τι προσφέρουν τα υπόλοιπα μέσα», δεν αποτελεί λογικό σημείο εκκίνησης για την εξεύρεση λύσεων. Όσο, λοιπόν, ο Τύπος παίζει στο γήπεδο των άλλων media, θα μετράει ήττες περισσότερες και από την ΑΕΛ στα play off.
Υπάρχει μία ελπίδα για τον Τύπο κι αυτή είναι ο ίδιος να … έχει ευθύνες για την κρίση του κι αυτές να γίνουν αντιληπτές από τα στελέχη του. Σε αυτή και μόνο την περίπτωση υπάρχουν λύσεις εκ των έσω, εφικτές και ανεξάρτητες από την πορεία των πιο σύγχρονων μέσων. Οι εφημερίδες πρέπει να κάνουν την αυτοκριτική τους και αυτή να στηριχτεί στο απλό: ο Τύπος μπορεί να έχει μέλλον, αρκεί να ξεφύγει από το παρελθόν του! Άρα μένει να δούμε ποιο είναι αυτό το παρελθόν, γεγονός που μας οδηγεί σε δυο στοιχεία.
Το ένα έχει να κάνει με την εμμονή των εφημερίδων στη διαιώνιση του κομματικού παιχνιδιού ενώ ήδη η κοινή γνώμη δηλώνει έμπρακτα την αποστροφή της στον αμαρτωλό κομματισμό. Οργάνωση, αντικειμενική παρουσίαση και αποκωδικοποίηση του όγκου των πληροφοριών που μας κατακλύζουν είναι αυτό που λείπει. Δε χρειαζόμαστε περισσότερη πληροφόρηση αλλά «τάξη» στην πληροφόρηση που δεχόμαστε. Αυτό μπορούν να προσφέρουν οι εφημερίδες! Το μέλλον του Τύπου βρίσκεται σε ανθρώπους που επιζητούν κατανόηση της εποχής και των προοπτικών της απεγνωσμένα. Οι υπόλοιποι μόνο με αφορμή τα δώρα των εφημερίδων θα αποτελούν κοινό τους -μάλλον όμως όχι και αναγνώστες τους!
Το άλλο και μάλλον σημαντικότερο έχει να κάνει με το ύφος των εφημερίδων. Οι εφημερίδες σήμερα είναι βαρετές, καταθλιπτικές και τρομακτικές! Τις πιάνεις στα χέρια σου και νιώθεις ανατριχίλες. Λείπει από αυτές το ανατρεπτικό και το πρωτότυπο. Λείπει, από τα περισσότερα κείμενά τους, το ευχάριστο (όχι το γελοίο), το γρήγορο (όχι το επιφανειακό), το αισιόδοξο (που δεν παραποιεί τα γεγονότα), το ανατρεπτικό (όχι το εκούσια προκλητικό) γράψιμο. Καταγράφουν (έτσι λένε) την επικαιρότητα, χωρίς να είναι επίκαιρες οι ίδιες. Οι περισσότερες εφημερίδες μουχλιάζουν έχοντας ταυτίσει το σοβαρό με το βαρύγδουπο, το θλιβερό, το απαισιόδοξο, την έλλειψη χιούμορ. Λείπει από αυτές η γλώσσα αλλά και τα θέματα που θα έβρισκαν απήχηση στους νέους. Κι όμως, σ’ αυτούς πρέπει να επενδύσει ο Τύπος, γιατί αυτοί χρειάζονται περισσότερο από κάθε άλλον την ενημέρωση. Ο Τύπος θα «δει τα ραπανάκια ανάποδα» πολύ σύντομα, αν συνεχίσει να θεωρεί σημείο αναφοράς την αισθητική των υπερηλίκων ή συντηρητικών αντιλήψεων αναγνωστών του κι αυτό δε θα αργήσει να συμβεί. Οι εφημερίδες χρειάζονται νέο κοινό και άρα κείμενα που δε θα θυμίζουν επικήδειους. Χρειάζονται διαφορετικό ύφος προσέγγισης και ανάδειξης της επικαιρότητας και άρα χρειάζονται δημοσιογράφους με σύγχρονο λόγο και αισθητική. Όσοι από αυτούς «δεν το έχουν» καλό είναι να κρεμάσουν τα … πληκτρολόγιά τους και να αποτραβηχτούν!
Κάθε έντυπο έχει δυο λύσεις. Να χαθεί μέσα στο συντηρητισμό του αποφεύγοντας την ανανέωση ατόμων, ιδεών και ύφους ή να ζήσει εγκαταλείποντας το λαϊκισμό, την προπαγάνδα και το στιλ γραφής που θυμίζει νεκρολογίες. Γεγονός είναι ότι χρειαζόμαστε έναν Τύπο σύγχρονο, αισιόδοξο και σοβαρό. Άρα χρειαζόμαστε έναν «τύπο και υπογραμμό» με βάση σύγχρονες αντιλήψεις ποιότητας και αισθητικής. Το βέβαιο είναι ότι δε χρειαζόμαστε έναν Τύπο νεκρό, έστω κι αν καθημερινά ο ίδιος γράφει τον επικήδειό του!

Κυριακή 24 Μαΐου 2009

Εθνικά Θέματα! Όπως λέμε Πανελλαδικές!

Λοιπόν, ξέρετε τι με εξοργίζει έντονα; Η σωστή απάντηση εδώ είναι μία και σύντομη: «Πολλά»! Οπότε, πάμε πάλι. Λοιπόν, ξέρετε τι με εξοργίζει έντονα, ανάμεσα στα πολλά που το καταφέρνουν; Εδώ λογικά αγνοείτε την απάντηση, εκτός κι αν διαθέτετε αυτό που λέγεται κληρονομικό χάρισμα ενόρασης, επειδή είναι κληρονομικό κι όχι επίκτητο, οπότε και εξηγώ. Με εξοργίζει η διαρκής ανάγκη του λαού μας να εντοπίζει σε καθετί που συμβαίνει ή και που δε συμβαίνει στην πραγματικότητα ένα Εθνικό Θέμα και να ασχολείται μέχρι εξαντλήσεως και τελικής πτώσεως με αυτό!
Μάλιστα, ορισμένα από τα θέματα αυτά έχουν καταλήξει να αποτελούν θεσμούς απασχολώντας όχι μόνο ειδήμονες αλλά και -κυρίως- αδήμονες (που δεν είναι όσοι αδημονούν για κάτι αλλά όσοι δεν είναι ειδήμονες, δηλαδή είναι παντελώς άσχετοι)! Γιατί υπάρχουν ζητήματα που κάποια στιγμή πρέπει να κατανοήσουμε ότι δε χρειάζεται να εμπλέκεται σε αυτά ακόμα και η κουτσή Μαρία, την οποία και εκτιμώ παρά την αναπηρία της. Εννοείται, βέβαια, ότι δεν αναφέρομαι στο θεσμό της Eurovision και τα αποτελέσματά του, γιατί αυτός είναι θεσμός οικουμενικός και κυρίως δημοκρατικός. Γι αυτόν όλοι μπορούν να έχουν άποψη. Κουτσοί, στραβοί, μορφωμένοι, αναλφάβητοι, πλούσιοι και πένητες. Όλοι! Εκείνοι που μπορεί να έχουν ένα μικρό προβληματάκι είναι οι έχοντες δυσκολίες ακοής, αλλά όσο το σκέφτομαι, αυτοί ίσως και να είναι οι πιο τυχεροί στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Αναφέρομαι στο θεσμό των Πανελλαδικών, γύρω από τον οποίο στήνεται κάθε χρόνο τέτοια περίοδο ένα πανηγύρι τρελών. Αν το δούμε λογικά, η συγκεκριμένη διαδικασία θα έπρεπε να απασχολεί, πέρα από το «μηχανισμό» διεξαγωγής τους, τους τελειοφοίτους, τους εκπαιδευτικούς τους και άντε τους γονείς τους. Δημοσιογράφοι και πολιτικοί δεν ανήκουν στους άμεσα εμπλεκομένους και άρα ο πόλεμος ανακοινώσεων, κρίσεων, επικρίσεων ως προς τα θέματα και το σύστημα εισαγωγής που επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο είναι τελείως βλακώδης και δεν εξυπηρετεί το παραμικρό. Κυρίως δεν εξυπηρετεί τους υποψηφίους και την ψυχολογία τους, αφού το όλο σκηνικό δημιουργεί την αίσθηση ότι τελικά τα παιδιά αυτά δε μετέχουν σε εξετάσεις αλλά στο αλβανικό έπος τουλάχιστον.
Δεν είμαι ειδικός και άρα ελάχιστα μπορώ να κατανοώ από όσα γίνονται και αφορούν στα υπόλοιπα μαθήματα. Εκείνο που κατανοώ και άρα δύναμαι να σχολιάσω είναι όσα συμβαίνουν σχετικά με το μάθημα της Έκθεσης. Έτσι, πάλι είδαμε τρομακτικές κρίσεις για τα θέματα, νιώσαμε ανατριχίλα από σχολιασμούς ανειδίκευτων, αισθανθήκαμε απόγνωση μπροστά στις «αδικίες» του «ψυχοφθόρου» συστήματος. Κατά τον κατακλυσμό του Νώε, την άλωση της Πόλης ή το «συνωστισμό» της Σμύρνης έχω την αίσθηση ότι μικρότερος πανικός επικράτησε.
Διαβάζω, λοιπόν, ότι «ο εξεταστής ζήτησε από τους δεκαοχτάχρονους να μάθει γιατί καταστρέφουν τα σχολικά βιβλία στο τέλος κάθε χρονιάς λες και δεν το γνωρίζει»! Μεγάλη σοφία! Θεϊκή παρατήρηση. Δηλαδή, ό,τι ζητείται σε εξετάσεις είναι προσπάθεια του εκπαιδευτικού και του συστήματος να μάθει όσα αγνοεί; Όταν, δηλαδή, ζητείται από μαθητές Δημοτικού το αποτέλεσμα του «2+2» είναι επειδή το σύστημα ή ο εκπαιδευτικός το αγνοεί; Όταν ζητούνται «τρόποι ώστε το βιβλίο να συνυπάρξει αρμονικά με τα ηλεκτρονικά μέσα πληροφόρησης και γνώσης» είναι δήλωση άγνοιας από την πλευρά του συστήματος ή απαίτηση «να ηθικολογήσουν οι μαθητές» και «περιορισμός της ελευθερίας τους»; Δηλαδή, ο κάθε άσχετος βάλθηκε να τρελάνει τους υποψηφίους μέρες που είναι; Και τι να κάνουμε όταν ο μαθητής που γνωρίζει την ελληνική όσο τη γνωρίζουν και οι κορμοράνοι (που είναι πουλιά), αντί να αιτιολογήσει την καταστροφή των σχολικών βιβλίων, προσπαθεί να δείξει αν αυτό είναι καλό ή κακό; Του ζήτησε κανείς κάτι τέτοιο; Αν ο εξεταστής επιθυμούσε από τον υποψήφιο να δείξει την καλότητα ή την κακότητα της καταστροφής βιβλίων δε θα το ζητούσε; Αμ θα το ζητούσε και θα το έκανε ξεκάθαρα! Το σύστημα δε ζητάει κάτι από τους υποψηφίους, επειδή το ίδιο το αγνοεί αλλά για να κρίνει το βαθμό γνώσης ή άγνοιας των μαθητών!
Ισχύει στη Γλώσσα ό,τι και στα υπόλοιπα μαθήματα. Όταν ζητείται από το μαθητή στη Βιολογία να αναφέρει τα οστά του άνω άκρου κι αυτός για χίλιους δυο λόγους καταγράφει τα οστά του κάτω άκρου, θα σκεφτούμε ότι το παιδί αυτό έτσι το αισθάνεται και πρέπει να το αφήσουμε να εκφράζει «ελεύθερα» την κάθε μπαρούφα που του κατεβαίνει; Μα σκέφτεστε πόδια στους ώμους; Ή για τον υποψήφιο που αντί να λύσει το «2+2», λύνει ένα άλλο, π.χ. το «5+5», επειδή έτσι του ήρθε, τι να κάνουμε; Να μην του δείξουμε την τύφλα του τη μαύρη αλλά να τον αφήσουμε στην άγνοια και στην απεραντοσύνη της βλακείας του, να μην του δείξουμε ότι κατάλαβε το ερώτημα όσο καταλαβαίνει από άγχος ένας νεκρός;
Αν κάτι δε λείπει από τη χώρα μας είναι οι ειδικοί επί παντός επιστητού. Εκείνο που λείπει είναι η ήρεμη αντιμετώπιση των πραγμάτων και η αποδοχή μιας κατάστασης που λέει ότι όλοι δεν μπορούν να μπλέκονται παντού και πάντα με μόνο σκοπό τη δημιουργία πανικού. Τα πράγματα θα ήταν πολύ πιο ήρεμα, το άγχος των υποψηφίων και των γονιών τους θα περιοριζόταν στο ελάχιστο, αν περιορίζονταν τα «πολεμικά ανακοινωθέντα» άσχετων πολιτικών αλλά και τα τρομοκρατικά πρωτοσέλιδα των δημοσιογράφων. Σε μια τέτοια περίπτωση το σύστημα εισαγωγής θα έχανε αυτόματα τον … απάνθρωπο χαρακτήρα του. Σε τελική ανάλυση για εξετάσεις μιλάμε και αυτές δεν μπορεί κάθε χρόνο να αποτελούν Εθνικό Θέμα μεγίστης σημασίας. Και αν μια χώρα χρειάζεται κριτήρια αξιολόγησης, χρειάζεται σίγουρα και εξετάσεις, οι οποίες, όμως, κάποια στιγμή πρέπει να αναδεικνύουν τους καλύτερους!

Κυριακή 10 Μαΐου 2009

Στις Πανελλαδικές με τον "αέρα" της Μάντσεστερ ή με το άγχος της Άρσεναλ;

«Εκπληκτική ψυχολογία, ακόρεστη πείνα για τίτλους και ικανότητα να παίζουμε υπό πίεση»! Στα λόγια αυτά ο σερ Άλεξ Φέργκιουσον, προπονητής της Μάντσεστερ, συνόψισε με απόλυτο τρόπο το θρίαμβο που είχε, λίγο πριν, πετύχει η ομάδα του απέναντι στην Άρσεναλ του Αρσέν Βενγκέρ κερδίζοντας μια θέση στον τελικό της φετινής διοργάνωσης του Champions League. Ο Φέργκιουσον λακωνικά διατύπωσε τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τους «νικητές» όχι μόνο στο ποδόσφαιρο αλλά πάντα και παντού. Είναι αυτά τα ίδια στοιχεία που θα κρίνουν τους «νικητές» και των Πανελλαδικών εξετάσεων που ξεκινούν σε λίγες μέρες.
Εννοείται βέβαια, ότι τα συγκεκριμένα μπορούν να βοηθήσουν εκείνους που ήδη έχουν προετοιμαστεί σωστά κατά το διάστημα που προηγήθηκε. Για όσους το διάβασμα και η σκληρή προπόνηση είναι τόσο γνώριμα όσο και το μάγκο για τις πολικές αρκούδες, άλλα πράγματα μπορούν να φανούν χρήσιμα πλέον. Ένα ξεμάτιασμα, κανένα τάμα αλλά και μερικά έμπλαστρα σε εξαιρετικές περιπτώσεις είναι λύσεις πολύ καλές για όσους έβλεπαν το βιβλίο με το κιάλι.
Η οργανωμένη προετοιμασία είναι η βάση της νίκης αλλά δεν αρκεί. Αυτή (η νίκη) προϋποθέτει τα τρία στοιχεία που περιέγραψε ο Φέργκιουσον. Γιατί τι να τον κάνω το διαβασμένο, αν ξεκινάει την τελική προσπάθεια χωρίς να πιστεύει στη νίκη, χωρίς να πιστεύει στον εαυτό του και χωρίς το θάρρος που απαιτεί η τελική δοκιμασία; Τι τον θέλω το μαθητή που δε διαθέτει πραγματικό στόχο και άρα δεν μπορεί να αντλήσει από πουθενά δυνάμεις και θετική διάθεση; Τι μου χρειάζεται το «φυτό» που ολημερίς και ολονυχτίς τριγυρνούσε με ένα βιβλίο στο χέρι αλλά τώρα που έχει φτάσει η ώρα να δείξει τι στο καλό έμαθε και κατάλαβε όλα αυτά τα χρόνια, νιώθει άγχος πιο βαρύ κι από το Γουίλι, τη φάλαινα; Τι να τον κάνω αυτόν που τα έδωσε όλα στην προετοιμασία αλλά δεν κράτησε ίχνος ικμάδας για το τέλος και τώρα σέρνεται πιο αργά κι από σαλιγκάρι;
Ωραία και καλή η σωστή κι οργανωμένη προετοιμασία αλλά, χωρίς τα υπόλοιπα, ελάχιστα θα φανεί χρήσιμη και στο μαθητή και στην ανθρωπότητα ολάκερη. Κάτι σαν την Άρσεναλ δηλαδή, που έφτασε στα κρίσιμα παιχνίδια αήττητη για 21 σερί αγώνες και εξαιτίας του άγχους των παιχτών της κατάφερε τελικά μια υπέροχη και ολοστρόγγυλη τρύπα στο νερό. Είναι πολύ καλό να γράφει κανείς άριστα στα διαγωνίσματα του σχολείου ή και του φροντιστηρίου όλα τα χρόνια. Είναι καλό, όμως, για το ημερολόγιό του. Να το διαβάζει, όταν μεγαλώσει, στα εγγόνια του και να τους λέει: «Ξέρετε πόσα πράγματα θα είχα καταφέρει εγώ, αν πίστευα στον εαυτό μου και δεν είχα άγχος την τελευταία στιγμή; Ξέρετε που θα είχα φτάσει, αν δε λιποθυμούσα την ώρα που μας μοίραζαν τα θέματα της Έκθεσης; Έχετε ιδέα ποιος θα ήταν σήμερα ο παππούς σας (ή η γιαγιά σας, ανάλογα με το φύλο), αν δεν είχα αρχίσει να κιτρινίζω σαν το λεμόνι και λίγο μετά να παίρνω εκείνο το υπέροχο εκρού του νεκρού και δεν είχα χάσει τον κόσμο από την τρομάρα μου, όταν με αντίκρισα στον καθρέφτη»; Τα εγγόνια, βέβαια, δε θα ξέρουν καμιά από τις απαντήσεις σωστά. Ακόμα και ο ίδιος ο παππούς θα τις αγνοεί!
Αυτά και άλλα πολλά θα έχει ο σημερινός υποψήφιος να θυμάται και να λέει στα εγγόνια του και ίσως στον εαυτό του αλλά το θέμα δεν είναι αυτό. Το θέμα είναι να διηγείται στα εγγόνια του πόσα πράγματα κατάφερε κι όχι πόσα δεν κατάφερε, εξαιτίας της αδυναμίας του να «παίζει υπό πίεση». Άλλωστε όλοι εκείνοι -γονείς που κυνηγούν τα παιδιά με ένα χυμό στο χέρι, καθηγητές που κυνηγούν τους μαθητές με μια άσκηση στο χέρι μέχρι τελευταία στιγμή- που έχουν πείσει τα παιδιά ότι οι Πανελλαδικές είναι τόσο τρομαχτικές όσο και η ταινία «Ο μανιακός δολοφόνος με το πριόνι III», θα μπορούσαν να προσφέρουν έργο θεάρεστο, αν τους είχαν δείξει την πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που λέει ότι οι Πανελλαδικές είναι ένα σκαλί στην πορεία τους. Δεν είναι ούτε το μοναδικό ούτε το πιο δύσκολο στην ανάβαση ούτε, βέβαια, η πανάκεια (που δε σημαίνει μικρά πανιά) όλων των προβλημάτων.
Στο πάνω πάνω (κάποιοι επιμένουν στο «κάτω κάτω» αλλά εγώ το βρίσκω πολύ απαισιόδοξο και το αποφεύγω) οι συγκεκριμένες εξετάσεις είναι ένα καλό και ίσως το πρώτο αντικειμενικό κριτήριο για τις δυνατότητες και τις δεξιότητες ή αδεξιότητες των μαθητών. Ο μαθητής που θα λιποθυμήσει κατά τη διαδικασία εξέτασης, θα πάθει το ίδιο στο μέλλον και σε μια κρίσιμη στιγμή. Και αύριο ως γιατρός θα λιποθυμάει πριν την έναρξη μιας εγχείρησης. Γιατί άντε και να λιποθυμήσει ο εγχειριζόμενος πάει και έρχεται. Γλιτώνουμε και το αναισθητικό. Αν λιποθυμήσει ο γιατρός, ποιος θα την κάνει την εγχείρηση; Ο Κούντα Κίντε ο σκλάβος θα την κάνει;
Οι νικητές στο Τζόκερ χρειάζονται ένα (1) πράγμα. Τύχη! Οι νικητές οπουδήποτε αλλού χρειάζονται τέσσερα (4). Το ένα είναι η σωστή προετοιμασία, άρα η οργανωμένη προσπάθεια. Τα άλλα τρία τα είπε ο Φέργκιουσον: Εκπληκτική ψυχολογία, ακόρεστη πείνα για επίτευξη στόχων και ικανότητα να παίζουν υπό πίεση. Μεγάλος δάσκαλος! Λίγο πριν τις Πανελλαδικές οι μαθητές καλούνται να αποφασίσουν αν θα φτάσουν σε αυτές με τον «αέρα» της Μάντσεστερ ή με το άγχος της Άρσεναλ. Ας σκεφτούν ότι η πρώτη κέρδισε και συνεχίζει να διεκδικεί. Η δεύτερη θα χρειαστεί να ξαναπροσπαθήσει του χρόνου!
Αφιερωμένο στα παιδιά που έχουν
προσπαθήσει πολύ!

Κυριακή 3 Μαΐου 2009

Το "παιντί" που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο...

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα παιδί που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο. Η μητέρα του που δεν ήταν Ελληνίδα, είχε ένα μικρό πρόβλημα στην προφορά και κάθε φορά που απευθυνόταν σ' αυτό το φώναζε «παιντί». Αυτό το παιντί, λοιπόν, από μικρό ήταν ΠΑΣΟΚ και κάποια στιγμή, χωρίς να το πολυκαταλάβει, έγινε πρόεδρός του, οπότε και βρήκε την ευκαιρία που έψαχνε, δηλαδή να αλλάξει τον κόσμο.
Ως πρόεδρο του Κινήματος κάποτε του προσφέρθηκε η δυνατότητα να εκφράσει το όραμά του εκφωνώντας λόγο στο φημισμένο LSE. Την ομιλία του προς τους παρισταμένους την ξεκίνησε πολύ δυναμικά αξιοποιώντας τον τίτλο του πασίγνωστου κομματιού των «Ten Years After», «I’d love to change the world». Με το συγκεκριμένο άσμα το νανούριζε η Αμερικανίδα μαμά του. Το περιεχόμενο του κομματιού άκρως ανατρεπτικό, αφού ανάμεσα σε άλλα προτείνει «φορολογήστε τους πλούσιους, ταΐστε τους φτωχούς, ώσπου να μην υπάρχουν πλούσιοι πια». Άλλα παιντάκια μεγαλώνουν με το «Μικρό πρίγκιπα», το «Ένα παιδί μετράει τα άστρα», την «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων» ή το «Μαγικό κόσμο του Οζ», οπότε και καμιά διάθεση δεν έχουν να αλλάξουν τον κόσμο. Το παιντί του παραμυθιού μας όμως είχε ισχυρά επαναστατικά ερεθίσματα από μικρό. Οι «Ten Years After» είχαν φροντίσει γι αυτό.
Το κοινό που άκουγε το λόγο του στο LSE ένιωσε απέραντη αισιοδοξία, όταν το παιντί δήλωσε ξεκάθαρα: «σήμερα, δεν ήρθα εδώ για να ξεστομίσω πομπώδεις υποσχέσεις». Αυτό, όμως, ήταν το πρώτο αλλά και το τελευταίο αισιόδοξο μήνυμα, αφού λίγο μετά η παρατήρησή του: «Τα τελευταία πέντε χρόνια, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, η νεοσυντηρητική κυβέρνηση, έφερε την οικονομία μας στο χείλος της χρεοκοπίας και πάγωσε την πρόοδο σε όλα τα μέτωπα» έκανε αρκετούς να κομπιάσουν. Το κοινό σκέφτηκε: Μα καλά, αυτό το παιντί δε ζούσε στην Ελλάδα μέχρι τώρα ή απλώς δεν κατάφερνε να συγκεντρωθεί στην πραγματικότητα; Γιατί η λιτότητα αποτελεί το ψωμοτύρι του Έλληνα από τη δεκαετία του ’80 και του «Τσοβόλα δώστα όλα»! Ή μήπως θεωρεί υπεύθυνη τη ΝΔ για την παγκόσμια οικονομική ύφεση, για την πτώχευση δεκάδων επιχειρήσεων, για τις απολύσεις χιλιάδων εργαζομένων, για την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος παγκοσμίως;
Το παιντί όμως συνέχισε απτόητο και έτσι, λίγο παρακάτω ξεδιπλώνοντας το όραμά του για την Ελλάδα και τον κόσμο προσπάθησε να παραθέσει πιο συγκεκριμένους στόχους κάνοντας λόγο για «ανανέωση των δημοκρατικών θεσμών», «κοινωνική αλληλεγγύη και δίκαιη κατανομή του πλούτου», «επένδυση τουλάχιστον 5% του ΑΕΠ στην εκπαίδευση» για «Ελλάδα που θα αποτελεί πρότυπο δημοκρατικής διακυβέρνησης». Πω πωωω, αναφώνησε το κοινό! Τι καλά που τα λέει και πόσο μεγάλωσε και ωρίμασε αυτό το παιντί! Όλοι πετούν από τη χαρά τους. Το παιντί άλλωστε είχε δηλώσει ξεκάθαρα ότι δε θα έδινε πομπώδεις υποσχέσεις. Όσο όμως κι αν περίμενε το κοινό, οι προτάσεις για την υλοποίηση του οράματος και τη μετουσίωσή του σε πραγματικότητα, δεν ήρθαν ποτέ.
Κάποιοι άρχισαν να σκέφτονται ότι το παιντί είναι σαν όλους τους άλλους που σου πετούν ένα … όραμα στα μούτρα κι όποιον πάρει! Κι αυτοί οι κάποιοι που το σκέφτηκαν αυτό είχαν και το δίκιο τους, γιατί βρε παιντάκι μου, ξέρεις κανέναν που δε θέλει ανανέωση δημοκρατικών θεσμών; Όχι, άμα ξέρεις να μας τον δείξεις, να τον μάθουμε κι εμείς! Το ζήτημα είναι ποιοι θα τους ανανεώσουν αυτούς τους ρημάδιδες τους θεσμούς.
Δηλαδή, το παιντί εντόπισε τους αδιάφθορους που χρειάζονται και τους έπεισε να γίνουν ΠΑΣΟΚτζήδες αλλά δεν τους παρουσιάζει παραέξω μην και ματιαστούν»; Όλοι επιθυμούμε 5% στην εκπαίδευση αλλά … show me the money, όπως λένε στα μέρη της μαμάς του. Κάποιοι κακοπροαίρετοι, μάλιστα, το χόντρυναν το πράγμα: Να σε δούμε με ηλεκτρική κιθάρα στη γωνία ή σε στιλ "το μικρό παιντάκι με τα σπίρτα" και τι στον κόσμο. Γιατί άμα το χρήμα το περιμένεις από εμάς (που είμαστε ο λαός), να ξέρεις ότι «ουκ αν λάβεις παρά των μη εχόντων» κι άντε να το καταλάβεις αυτό που είναι και αρχαίο.
Το παιντί είχε αφήσει τα … the best για το τέλος και επέμενε ότι η υλοποίηση όλων αυτών προϋποθέτει «σημαντικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα, εκδημοκρατισμό του προσανατολισμένου στη χειραγώγηση και τη δημόσια γραφειοκρατία συστήματος, καταπολέμηση της διαφθοράς και του νεποτισμού». Το παιντί διέπραξε ύβρη, γιατί ως γνωστόν τη γραφειοκρατία δεν την έφεραν στην Ελλάδα ούτε οι αδελφοί Κατσάμπα ούτε ο Βαλεντίνος, ο παλιατζής της γειτονιάς μου. Κάτι κλαδικές του ΠΑΣΟΚ τα ... παλιά τα χρόνια μετέτρεψαν το δημόσιο τομέα σε παραγεμισμένη χριστουγεννιάτικη γαλοπούλα, έτοιμη να σκάσει από τους διορισμούς πρασινοφρουρών αλλά το παιντί μάλλον τότε ήταν πολύ μικρό και δεν είχε πάρει κάτι το αφτί του. Το παιχνίδι χάθηκε ολοκληρωτικά με την αναφορά στο «νεποτισμό»! Εκεί ορισμένοι έφτασαν στο συμπέρασμα ότι τη συγκεκριμένη ομιλία την είχαν γράψει κακοί Νεοδημοκράτες που είχαν παρεισφρήσει στις τάξεις του ΠΑΣΟΚ. Μιλάνε για νεποτισμό στο σπίτι του ... νεποτισμένου;;; Εμ δε μιλάνε, γιατί νεποτισμός σημαίνει «οικογενειοκρατία»! Και οικογενειοκρατία σημαίνει ότι κάποιος κερδίζει χαριστικά θέσεις και αξιώματα, εξαιτίας της συγγένειάς του με ισχυρά πολιτικά πρόσωπα και όχι με κριτήριο την αξία του. Και μήπως το παιντί λέγεται Παπανδρέου κι αυτό το όνομα έπαιξε κάποιο ρόλο στη θέση που κατέχει σήμερα;
Θρύψαλο το όραμα! Ωραία όλα όσα θυμίζουν κάτι από Martin Luther King και Obama αλλά από οράματα έχουμε χορτάσει και για να τα χωνέψουμε χρειαζόμαστε όχι μία αλλά πολλές σόδες. Εκείνο που μας λείπει είναι ο τρόπος επίτευξής τους. Κρίμα! Το παραμύθι τέλειωσε πρόωρα και άσχημα, πριν καν αρχίσει γιατί «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα παιδί που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο αλλά … δεν ήξερε πώς»!