Σάββατο 29 Οκτωβρίου 2011

Αυτή η κρίση δεν είναι δική μας...

Όταν ξεκινούσε το πανηγύρι της κρίσης και του μνημονίου είχε διαφανεί ότι κανένας δεν είχε διάθεση να «σηκώσει τα μανίκια», να αναλάβει τις ευθύνες του και να στρωθεί στη δουλειά. Εξαίρεση ο νυν πρωθυπουργός που τα σήκωνε πρωταγωνιστώντας σε τηλεοπτικό προεκλογικό σποτάκι από εκείνα που μας προετοιμάζουν για όσα ... δεν πρόκειται καμιά φορά να δούμε στην πραγματικότητα. Άλλωστε κι αυτός στη διαφήμιση έμεινε! Εκτός κι αν κάποιος πιστεύει ότι το να οδηγείς μια χώρα στη χρεοκοπία προϋποθέτει ανασκούμπωμα.
Αν ήμασταν βιολιστές, η Vanessa Mae θα είχε πλαντάξει από τη ζήλια της, ο κόσμος της μουσικής θα τα είχε ακούσει όλα από εμάς, αφού αρκετούς μήνες μετά συνεχίζουμε το βιολί μας. Παρακολουθούμε τη χώρα να οδηγείται στην καταστροφή, όπως ακριβώς παρακολουθήσαμε, στο παρελθόν, τα εξευτελιστικά «ριάλιτι» και, τώρα τα τουρκικά σήριαλ που έχουν γίνει ανάρπαστα μεταξύ των αθεράπευτα ηλιθίων. Χωρίς, δηλαδή, να κάνουμε τίποτα. Βλέπουμε την κατάσταση να φτάνει στο απροχώρητο και δε μας νοιάζει. Λες και πρόκειται για χώρα αλλουνού. Την ίδια στιγμή, βέβαια, όπου κι αν κοιτάξουμε, βλέπουμε αγανακτισμένους. Αλλά αγανακτισμένους με τους άλλους. Αγανακτισμένο με τον εαυτό του δεν έχω συναντήσει ακόμα. Ούτε έχω δει κάποιον έστω διατεθειμένο να αγανακτήσει με τον εαυτό του.
Κι ενώ οι ξένοι μάς κουρεύουν χωρίς να μας ρωτήσουν έστω πώς, εμείς το μόνο που κάνουμε είναι να επιδιδόμαστε στο διαχρονικό εθνικό σπορ μας. Δηλαδή, να βγάζουμε την ουρά μας απ’ έξω περιμένοντας από τους υπολοίπους να σώσουν την κατάσταση αλλά κι εμάς. Μπορεί να συμβαίνει αυτό, γιατί οι άλλοι, για κάποιο αδιόρατο λόγο, μας χρωστούν χάρη, επειδή απλώς υπάρχουμε και αναπνέουμε δίπλα τους. Μεγάλη η χάρη μας. Κι αν συνεχιστεί αυτή η αφασία, οι άλλοι θα μας κάνουν γουλί με συνοπτικές διαδικασίες. Και καλά να πάθουμε.
Οποιοσδήποτε σώφρων άνθρωπος προσπαθούσε να καταλάβει -παρακολουθώντας τις αντιδράσεις της βλαμμένης ελληνικής γνώμης- τι έφταιξε και οδηγηθήκαμε κατά διαόλου, θα πάθαινε ό,τι κι ο Τζακ Νίκολσον στη «Φωλιά του Κούκου». Λογικός θα ξεκινούσε, «τρεις λαλούν και δυο χορεύουν» θα κατάληγε. Γιατί σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της -απολύτως αποχαυνωμένης- κοινής γνώμης, για την κρίση της Ελλάδας δε φταίει κανείς! Τουλάχιστον αρχικά ο ένας προσπαθούσε να ρίξει τα βάρη στους άλλους, σήμερα πλέον ο καθένας απλώς προσπαθεί να σώσει το τομάρι του αποποιούμενος κάθε ευθύνη.
Για την κρίση, τη χρεοκοπία, την πτώχευση της χώρας μας, λοιπόν, δε φταίνε ούτε οι αργόμισθοι ούτε οι πρόωρα ή παράνομα συνταξιοδοτημένοι ούτε οι συνδικαλιστές ούτε οι μιζαδόροι ούτε εκείνοι που δεν αποδίδουν ΦΠΑ ούτε όσοι παίρνουν ευφάνταστης γελοιότητας και ονομασίας επιδόματα ούτε οι φαρμακοποιοί ούτε οι γιατροί ούτε οι πολιτικοί ούτε οι δημοσιογράφοι ούτε οι αγρότες ούτε οι υπάλληλοι της ΔΕΗ και σίγουρα ούτε εκείνοι του ΟΣΕ... Οπότε πού οδηγούμαστε; Μα πού αλλού; Στην απόλυτη καταστροφή.
Αλλά και στην απόλυτη πρωτοτυπία. Φαίνεται ότι η κρίση η δικιά μας δεν είναι σαν των άλλων. Η κρίση άλλων κοινωνιών έχει όνομα, αιτία και γι αυτό ίσως κάποια στιγμή και λύση. Η δική μας είναι κρίση αυτοφυής. Κανείς δεν ξέρει από πού προήλθε, κανείς δεν την είδε να έρχεται κανείς δεν την ένιωσε να στρογγυλοκάθεται και κυρίως κανείς δε γνωρίζει αν, πότε και πώς θα μας εγκαταλείψει. Όποιος ακούει να γίνεται αναφορά στις ευθύνες της δικής του συντεχνίας, έχει έτοιμη τη βλακώδη απάντηση: «Μα εμείς φταίμε; Εμείς μόνο τόσα εκατομμύρια επιβαρύνουμε τον κρατικό προϋπολογισμό»! Κανένας, βέβαια, από όλους αυτούς τους «εμείς» δε διαθέτει τη νοητική ικανότητα να σκεφτεί σφαιρικά και να καταλήξει στο απλοϊκό συμπέρασμα ότι η χρεοκοπία μας υπήρξε το άθροισμα του «εμείς» + «εμείς» + «εμείς» + «ανίκανοι και διεφθαρμένοι πολιτικοί».
Και τώρα κάποιοι νομίζουν ότι έχουν δικαίωμα να είναι αγανακτισμένοι, να απεργούν, να κατεβαίνουν στους δρόμους, να αδιαφορούν για τις υποχρεώσεις τους, να φωνάζουν ενάντια σε ... ποιον; Αλήθεια, όλοι αυτοί που σήμερα αγανακτούν, πού βρίσκονταν τόσο καιρό; Πού βρίσκονταν στις προηγούμενες εκλογές, πού βρίσκονταν στις προ προηγούμενες; Γιατί, αν δεν παραβρέθηκαν σ’ αυτές, σήμερα δε θα έπρεπε να έχουν μούτρα ούτε για αγανάκτηση ούτε για διεκδικήσεις. Κι αν τελικά παραβρέθηκαν, τι ψήφισαν; Μήπως τον «μπάρμπα» που θα διόριζε τους ίδιους, τα παιδιά και τα εγγόνια τους σε κάποια θεσούλα του δημοσίου χωρίς ευθύνες αλλά με σίγουρα λεφτά; Ή μήπως εκείνον που τους έταζε κι άλλους λαγούς με πετραχήλια;
Την αφασία πολλοί αγάπησαν, τα αποτελέσματά της όμως ουδείς. Κι εδώ που φτάσαμε δε φτάσαμε ούτε εξαιτίας της σοβαρότητας ούτε της οργάνωσης ούτε του μέτρου. Εξαιτίας της αφασίας φτάσαμε και της ανευθυνότητας και της άκρατης τεμπελιάς. Και τώρα που τα βλέπουμε και τρώμε τα αποτελέσματα στα μούτρα, δε μας αρέσει. Τώρα προσπαθούμε να ανακαλύψουμε συνωμοσίες. Λες κι άμα καταλάβουμε τι και πώς έγινε, αυτό θα ξεγίνει κι ούτε γάτα ούτε ζημιά.
Σύμφωνα με το Νόμο του Μέρφυ «αν κάτι είναι να πάει στραβά, θα πάει» κι εμείς κάνουμε τα πάντα για να τον επιβεβαιώσουμε. Ίσως επειδή η πλειονότητα των ηλιθίων που μας περιβάλλει θεωρεί ότι ό,τι ήταν να πάει στραβά, πήγε. Αλλά δεν είναι έτσι. Το πράγμα έχει περιθώρια να στραβώσει κι άλλο. Και μπορεί μέχρι στιγμής απλώς να πήγαμε για μαλλί και να βγήκαμε κουρεμένοι αλλά υπάρχει μεγάλη πιθανότητα τώρα που μας πήραν το μαλλί να μας πάρουν και τα σώβρακα.

Ο κ. Ζάχος συμβουλεύει:
Φύλαγε τα σώβρακά σου, για να έχεις τα μισά.

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

Κλείστε το το ρημάδι…

Ε, λοιπόν, η μόνη λύση είναι να κλείσει το κράτος! Και δεν είναι ότι με έπιασε ανάγκη δημοσιοποίησης των αναρχικών ιδεωδών μου! Ούτε κρίση αναρχίας (όπως λέμε ηλικίας) με έπιασε έτσι στα ξεκούδουνα. Πόνος βαρύς και ασήκωτος με έπιασε από τις απανωτές «λυπητερές» που πληρώνουμε. Γιατί, όπως και να το κάνουμε από το «λεφτά υπάρχουν», με το οποίο ξεκινήσαμε, μέχρι το «δώστε και σώστε, γιατί χανόμαστε», στο οποίο φτάσαμε, υπάρχει μια μικρή διαφορά! Και άντε να δίναμε με μια προοπτική αλλά να δίνουμε απλώς για να ξαναδώσουμε, χωρίς να βλέπουμε έστω μια κίνηση καλής θέλησης, πάει πάρα πολύ. Εμείς να πληρώνουμε και οι άλλοι αντί να περιορίζουν το άχρηστο κράτος, να συνεχίζουν να διορίζουν με ξένα κόλλυβα; Αμαρτία!
Δηλαδή, τι πρέπει να κάνουμε; Κάποιος θα μπορούσε να πει: «η λύση είναι να δουλέψεις περισσότερο, γομάρι»! Εντάξει να δουλέψω περισσότερο αλλά πού να βρω τον παραπάνω χρόνο γι αυτό; Όσο κι αν το τανάω το ρημάδι το εικοσιτετράωρο, δε λέει να μεγαλώσει. Μετρημένες ώρες, συγκεκριμένα και απαραβίαστα λεπτά και δευτερόλεπτα. Τζίφος. «Να κάνεις μεγαλύτερη οικονομία», θα έλεγε άλλος, αλλά όταν δουλεύω από το πρωί μέχρι το βράδυ, πού χρόνος για σπατάλες; Ακόμα και ο Σκρουτζ θα ζήλευε την οικονομία που κάνουμε και θα κότσαρε φωτογραφία μας πάνω από το κρεβατάκι του και θα μας άναβε καντήλι κάθε βράδυ, αν δεν τσιγκουνευόταν το λάδι.
Κάθομαι και σκέφτομαι πού πάνε όλα αυτά τα λεφτά που πληρώνω. Και η μόνιμη απάντηση είναι ότι όλες αυτές οι εισφορές, πάγιες και έκτακτες, δεν πηγαίνουν παρά στον προσωπικό νταβατζή μας, δηλαδή στο κράτος. Ωραία, και τι τα κάνει ο νταβατζής αυτά τα ωραία και λαχταριστά χρήματα; Τα διαθέτει για να βελτιώσει τη ζωή μας, την καθημερινότητά μας βάζοντάς τη σε τάξη περιορίζοντας το άγχος που όπου να ’ναι θα μας ξεκάνει όλους και θα κοιτάμε ομαδικά τα ραπανάκια ανάποδα;
Τίποτα από αυτά! Τα ωραία και λαχταριστά λεφτουδάκια μας πάνε στην αυτοσυντήρηση του νταβατζή. Για όσους δεν αμείβονται από αυτόν (τον νταβατζή) δε μένει ούτε φράγκο ή μάλλον ευρώ. Οπότε η λύση είναι μία και μοναδική κι όσο δεν προωθείται, ούτε άσπρη ούτε κόκκινη ούτε γαλάζια μέρα πρόκειται να δούμε. Πίσσα σκοτάδι και έρεβος θα αντικρίζουμε στο λίγο καιρό που μας απομένει. Ναι «λίγο», γιατί αν συνεχίσουμε με τους ίδιους ρυθμούς Μπιάφρα θα καταντήσουμε και θα τριγυρνάμε σκελετωμένοι από την πείνα με τουμπανισμένα στομάχια από την αφαγία.
Και λύση άλλη δεν υπάρχει από το να κλείσει το κράτος. Κι αυτό δεν είναι μεταφορικό αλλά κυριολεκτικό. Γιατί, άμα κλείσει, δε θα χρειάζεται να το πληρώνουμε κι αυτό είναι πολύ καλό για όλους πλην εκείνων που είναι το … κράτος. Κακό, όσο κι αν ψάχνω, δεν εντοπίζω. Δηλαδή, και τώρα που υπάρχει το κράτος το καταλαβαίνουμε; Μόνο όταν καλούμαστε να πληρώσουμε το καταλαβαίνουμε και μάλλον δε θα πειράξει κανέναν να πάψει να το καταλαβαίνει αυτό.
Βλέπουμε άλλους λαούς και λιγουρευόμαστε την οργάνωση, την ποιότητα της ζωής, το βιοτικό επίπεδο και κυρίως την ηρεμία τους. Ξέρουν τι τους ξημερώνει, βρε παιδί μου, ενώ εμείς… Ούτε ο Χορταρέας ούτε ο Τζόσουα ούτε η Παγιατάκη μπορούν να μας πουν τι μας ξημερώνει, που διαθέτουν κι ένα κληρονομικό χάρισμα ενόρασης.
Κι εμάς, τι μας προσφέρει εμάς το κράτος; Εκπαίδευση, ανθρώπινη περίθαλψη, αίσθηση ασφάλειας, λύση στα προβλήματά μας; Όχι βέβαια! Δηλαδή, τι πρόκειται να πάθουμε αν πουληθεί ο ΟΣΕ, η ΔΕΗ, η ΕΡΤ, ο ΟΠΑΠ, ο ΟΛΠ και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο πληρώνουμε; Πάθαμε κάτι από τη στιγμή που πουλήθηκε η Ολυμπιακή; Μήπως δεν καταφέραμε να επιβιώσουμε χωρίς εθνικό αερομεταφορέα; Τα καταφέραμε και μάλιστα με άνεση. Ε, έτσι θα τα καταφέρουμε και χωρίς εθνικό τρενομεταφορέα και χωρίς εθνικό ηλεκτροδιανομέα και χωρίς εθνική ραδιοτηλεόραση και χωρίς όλους εκείνους τους υπαλλήλους που αγνοούν και οι ίδιοι ποια είναι η δουλειά τους, χωρίς όλες εκείνες τις υπηρεσίες που αν βρίσκονταν στα χέρια ιδιωτών θα κόστιζαν λιγότερο κι από τα μισά από όσα κοστίζουν σήμερα.
Όμως, από πού θα πρέπει να αρχίσει το ξεσκαρτάρισμα, ώστε να αποφευχθούν αντιδράσεις; Μα από εκεί από όπου ξεκινάει το κακό. Από εκείνους που σέρνουν το χορό οδηγώντας μας σε τέλος πιο τραγικό κι από το χορό του Ζαλόγγου. Από τους βουλευτές και τους πολιτικούς εν γένει. Δηλαδή, τι τους χρειαζόμαστε τριακόσιους βουλευτές; Τα είδαμε τα χαΐρια μας. Άλλωστε όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει. Κι αν ήταν λιγότεροι θα παθαίναμε περισσότερα; Αν ήταν εκατό, θα πείραζε κανέναν άλλον πέρα από εκείνους που δε θα εκλέγονταν; Ίσα ίσα, λιγότεροι βουλευτές θα σήμαινε λιγότεροι σύμβουλοι, λιγότεροι βοηθοί, λιγότερα γραφεία, ρουσφέτια και ασύστολοι διορισμοί, λιγότεροι υπάλληλοι της Βουλής, λιγότεροι που να θέλουν να γίνουν υπουργοί, λιγότερα βουλευτικά αυτοκίνητα και κινητά και ακίνητα και κυρίως λιγότερα έξοδα για ντομάτες που προορίζονται για τα μούτρα βουλευτών… Οπότε;
Οπότε για να μην πάθουμε σύνδρομο στέρησης στο ξαφνικό, ας αρχίσουμε από ήπιες κινήσεις. Άντε να το κρατήσουμε ανοιχτό (το κράτος) για λίγο ακόμα αλλά ας το περιορίσουμε στο μισό και παραπάνω, γιατί ΔΕΝ ΑΝΤΕΧΟΥΜΕ ΑΛΛΟ και κυρίως γιατί όσο δεν το κάνουμε μόνοι μας, θα έρθουν οι ξένοι δανειστές μας και θα μας το κλείσουν το ρημάδι με συνοπτικές διαδικασίες. Να ησυχάσουμε κι εμείς κι αυτοί!