Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Χαμένες βεβαιότητες (iii.Το βιογραφικό του πρωταγωνιστή)


iii.Το βιογραφικό του πρωταγωνιστή

Πριν λίγα μόλις χρόνια, κύρια απαίτηση των καταναλωτών ήταν πόσο γρήγορα ή πόσο καλά μπορούσε ένα προϊόν ή μια υπηρεσία να καλύψει τις ανάγκες τους. Η ταχύτητα και η ποιότητα ήταν τα ζητούμενα ενώ η τιμή έμπαινε σε δεύτερη ή και σε καμιά μοίρα. Η εποχή αυτή μοιάζει τόσο μακρινή όσο και η εποχή των δεινοσαύρων. Πλέον, το ενδιαφέρον στρέφεται αρχικά και κάποτε αποκλειστικά στην τιμή. Τα υπόλοιπα έπονται. Αν πωλητής και καταναλωτής «δεν τα βρουν» στην τιμή, κάθε άλλη συζήτηση είναι περιττή. 
Λίγες μέρες πριν συζητούσα με μαθητές μου για τη νέα οικονομική πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί και τις (μη) αντιδράσεις της αγοράς. Σε ερώτηση τι θα έκαναν οι ίδιοι, ως έμποροι και επιχειρηματίες, ακούστηκαν διαμετρικά αντίθετες θέσεις. Κάποιοι διατύπωναν απόψεις όπως: «η κατάσταση είναι δύσκολη», «ο κόσμος δεν έχει λεφτά», «δεν κινείται τίποτα», «τα πράγματα πάνε από το κακό στο χειρότερο». Οι συγκεκριμένοι κατάληγαν, γεμάτοι απαισιοδοξία, στο ότι ο εμπορικός κόσμος και οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να κάνουν τίποτα και ότι η κυβέρνηση πρέπει να κάνει κάτι. Άλλοι βέβαια, είχαν τελείως διαφορετική προσέγγιση. Λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές δυσκολίες υποστήριζαν ότι θα άλλαζαν τελείως την πολιτική τους, προσαρμόζοντάς την στην κατάσταση που έχει διαμορφωθεί. «Θα συζητούσα με τον ιδιοκτήτη σημαντική μείωση του ενοικίου», «θα έψαχνα καινούριους, πιο φτηνούς προμηθευτές», «θα περιόριζα το κέρδος μου, χωρίς να υποβαθμίσω την ποιότητα». Οι πρώτοι, αν και νέοι, έχουν ήδη ασπαστεί κατεστημένες και καταστροφικές ιδέες. Οι δεύτεροι, αν και νέοι, έχουν τις λύσεις εκεί που οι μεγαλύτεροι σηκώνουν τα χέρια ψηλά. 
Παιδιά δεκαέξι και δεκαεφτά ετών δείχνουν ικανά να αφουγκραστούν τις απαιτήσεις της αγοράς και να κατανοήσουν τις αναγκαίες αλλαγές. Αυτά τα παιδιά ίσως μας δείχνουν το δρόμο που πρέπει να ακολουθήσουμε και για να πω την αλήθεια, καθόλου άσχημος μου φαίνεται. Την ίδια στιγμή άνθρωποι της αγοράς με πείρα ετών, δε δείχνουν ικανοί να κατανοήσουν τι συμβαίνει γύρω τους, πόσο μάλλον να αντιδράσουν σ’ αυτό. Αρνούνται να δεχτούν ότι η εποχή της οικονομικής άνεσης, της αναζήτησης της πολυτέλειας χωρίς όριο, έχει πεθάνει. Αρνούνται να συμβιβαστούν με τα νέα δεδομένα και να προσαρμοστούν σ’ αυτά. Οδηγούνται σε ένα «τέλος», επειδή δε βλέπουν την «αρχή» που βρίσκεται μπροστά μας. 
Είναι καιρός να αποδεχτούμε (όσο κι αν πληγώνει κάποιους αυτό) ότι η αξία της πείρας έχει χαθεί, γιατί βρομούσε συντηρητισμό. Στο ταξίδι της προς τη λήθη παρασύρει εκείνους που συνεχίζουν να επενδύουν σε ξεπερασμένες αξίες, μεθόδους και επιλογές. Είναι καιρός να αποδεχτούμε (κανέναν πληγώνει αυτό) ότι αρκετοί νέοι, που αρνούνται την αυθεντία των προηγούμενων γενιών, θα τα κατάφερναν πολύ καλύτερα από τους γονείς τους. Κι αυτό έχει την εξήγησή του. Οι νέοι είναι πιο κοντά στις απαιτήσεις που εδραιώνονται. Το βιογραφικό τους έχει περισσότερα στοιχεία πρωταγωνιστή από όσα θα μπορούσε να έχει το βιογραφικό οποιουδήποτε ανθρώπου με πολύπειρο αλλά σάπιο μυαλό. 
Είναι οι νέοι αλλά και όσοι λειτουργούν σαν νέοι εκείνοι που κινούνται άνετα σήμερα, χωρίς τα βαρίδια του παρελθόντος. Απαλλαγμένοι από στερεότυπα, τεχνικές και ιδεολογίες που γοήτευσαν στο παρελθόν αλλά σήμερα οδηγούν σε προβλήματα, είναι έτοιμοι να εξοικειωθούν με τη μεταβολή. Τουλάχιστον δεν τους τρομάζει, οπότε και δεν της αντιστέκονται. Την προσεγγίζουν, παλεύουν να την κατανοήσουν και συνήθως την απολαμβάνουν, οπότε μπορούν και να την αξιοποιήσουν. Καθετί καινούριο προκαλεί στους νέους ενθουσιασμό ενώ στους συντηρητικούς θλίψη και αντίδραση. Είναι τα «ανοιχτά μυαλά» που μας χρειάζονται, γιατί μπορούν να προτείνουν λύσεις ρεαλιστικές για τον περιορισμό των ελλειμμάτων, για την εξυγίανση των θεσμών που καταρρέουν, για τον εκδημοκρατισμό των κρατών και κυρίως της Ευρώπης, για τον περιορισμό των προβλημάτων που μας απειλούν, για την ανάπτυξη που μας λείπει. 
Τι χρειάζεται πλέον, ώστε οι νέοι πρωταγωνιστές να ανέβουν στη σκηνή; Κάτι απλό όσο και δύσκολο. Αρκετοί έφηβοι αναρωτιούνται για ποιο λόγο οι μεγαλύτεροι δεν προωθούν λύσεις που στα μάτια των ίδιων δείχνουν αναγκαίες και απλές. Αυτή η ομάδα νέων -αξιοσημείωτα πολυπληθής- δυσκολεύεται να δεχτεί ότι είναι η άγνοια και ο συντηρητισμός που εμποδίζει το κατεστημένο να δώσει λύσεις. Δυσκολεύεται να πιστέψει ότι ακόμα και άτομα που κατέχουν σημαντικές οικονομικές και πολιτικές θέσεις δε διαθέτουν τα εφόδια που απαιτεί η διαχείριση των σημερινών δεδομένων. Όταν αυτοί ή αρκετοί από αυτούς τους νέους συνειδητοποιήσουν το τέλος της πείρας ως αυθεντίας, δε θα αργήσουν να εξεγερθούν και να απαιτήσουν το ρόλο που τους ταιριάζει. Το ρόλο του πρωταγωνιστή. Άλλωστε το βιογραφικό τους δείχνει ότι τον αξίζουν. Το ζητούμενο είναι να το αποδεχτούν οι ίδιοι.

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

Χαμένες βεβαιότητες (ii. Κι όμως, αλλάζει)


ii. Κι όμως, αλλάζει

Πιστεύουμε ότι αυτό που ζούμε είναι η πραγματικότητα. Δεν είναι κακό. Κακό είναι να πιστεύουμε ότι αυτό που ζούμε είναι μόνιμη πραγματικότητα. Μέχρι πριν λίγο, οι περισσότεροι είχαν παγιδευτεί στη συγκεκριμένη απάτη. Εγκλωβισμένοι στην αίσθηση ότι τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει, στάθηκαν ανίκανοι να δουν εκείνο που ερχόταν. «Επένδυσαν» σε έναν κόσμο χαλαρότητας, άνεσης, αφθονίας, μετριότητας και κυρίως μονιμότητας που δεν τον συναντάει κανείς ούτε σε παιδικά κόμικς. Ο κόσμος αυτός χάθηκε οριστικά. Αυτό που ζούμε δεν είναι απλώς η κατάρρευση του οικονομικού μοντέλου που γνωρίσαμε. Είναι η κατάρρευση του κόσμου που γνωρίσαμε. Τίποτα πια δε θα είναι ίδιο με το παρελθόν, όμως οι περισσότεροι κινούνται στα όρια της μακάριας ηλιθιότητας αδυνατώντας να το αντιληφθούν ή αρνούμενοι να το αποδεχτούν. 
Ιστορικά, οποιαδήποτε σημαντική οικονομική μεταβολή δεν υπήρξε γεγονός απομονωμένο, αποκομμένο από τις υπόλοιπες εξελίξεις. Οι αλλαγές στο χώρο της οικονομίας ανέκαθεν συμπαράσερναν τα κοινωνικά και πολιτικά δεδομένα κάθε εποχής. Η εμφάνιση της αγροτικής οικονομίας έφερε μαζί της την εδραίωση της αγροτικής κοινωνίας. Συγκεκριμένοι κοινωνικοπολιτικοί θεσμοί και δομές κλήθηκαν να υπηρετήσουν την οικονομική μεταβολή. Όταν η οικονομία έθεσε στο επίκεντρο τη βιομηχανική παραγωγή, ανάγκασε όλα τα δεδομένα να ανανεωθούν εκ νέου, για να καλύψουν τη νέα οικονομική πραγματικότητα. Έτσι γινόταν πάντα. 
Αυτό συμβαίνει και τώρα. Όμως, οι περισσότεροι λειτουργούν σαν πρωταγωνιστές σε φαρσοκωμωδία. Πιστεύουν ότι κάποια στιγμή θα εμφανιστεί κάποιος -αγνοούν ποιος- και θα τους ανακοινώσει γελώντας ότι όλα ήταν ένα αστείο που πάει και τέλειωσε. Το θέμα είναι ότι δεν είναι μόνο πολίτες όσοι παρακολουθούν αποσβολωμένοι τη μεταβολή. Και οι πολιτικοί κάνουν ακριβώς το ίδιο. Δηλαδή τίποτα! Οι τελευταίοι μάλιστα φαίνεται να περνούν κρίση ταυτότητας. Ταυτίζοντας, για δεκαετίες, τη δουλειά του πολιτικού με τους ασύστολους διορισμούς στο δημόσιο και τα ατελείωτα ρουσφέτια, τώρα που λεφτά δεν υπάρχουν και το δημόσιο περιορίζεται, καλούνται να ανακαλύψουν ποια είναι η πραγματική δουλειά του πολιτικού. Δράμα πολύ δραματικό. 
Λοιπόν, η κατάσταση έχει ως εξής είτε μας αρέσει είτε όχι. Οι δανειστές μας έχουν αναλάβει το καθήκον της επαναφοράς σε μια «τάξη» απαιτώντας τα δανεικά που μας έδωσαν, να μη γίνουν αγύριστα. Κάποιοι -πιθανώς κακοί και ύπουλοι συνωμότες- καλούνται να μας… προσαρμόσουν βίαια σε όσα η ανικανότητα του πολιτικού κόσμου δεν κατάφερε να πετύχει ήπια και ίσως πιο δίκαια. Το γεγονός -όχι υπόθεση- της ανάληψης της εξουσίας από τους δανειστές μας δείχνει ξεκάθαρα ότι όσοι πιστεύουν πως το χρήμα θα αρχίσει και πάλι να ρέει, πως οι μισθοί και οι συντάξεις σύντομα θα επανέλθουν στα πρότερα επίπεδα, πως το Δημόσιο θα ξαναδώσει δουλειά ξέγνοιαστη και χωρίς αξιολόγηση, θα διαψευστούν πιο οδυνηρά και από τον άπιστο Θωμά. 
Η ελληνική -και όχι μόνο- κοινωνία αλλάζει ριζικά, όχι επειδή το απαίτησαν οι πολίτες ούτε γιατί το επιδίωξαν κάποιοι φωτισμένοι ηγέτες. Αλλάζει, γιατί το απαιτούν νέα οικονομικά δεδομένα. Το πρόβλημα δεν είναι η αλλαγή. Το πρόβλημα είναι η ταχύτητά της. Αυτή δυσχεραίνει τη δυνατότητα των περισσοτέρων να πιστέψουν ότι αυτό που συμβαίνει είναι πιο αληθινό και από τα Ιμαλάια. Αυτό δικαιολογεί τις εμμονές που βλέπουμε γύρω μας. Πολιτικούς που αρνούνται να προωθήσουν αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, επιχειρηματίες που περιμένουν παθητικά τη βελτίωση της κατάστασης, οικονομολόγους που προσπαθούν με συνταγές του παρελθόντος να αντιμετωπίσουν προβλήματα που δεν έχουν καμιά σχέση με εκείνα του παρελθόντος. Η παλιά οικονομία, όμως, χάνεται δημιουργώντας, είναι η αλήθεια, εκατόμβες θυμάτων. Η κρίση κυοφορεί έναν καινούριο κόσμο και αυτός θα χρειαστεί διαφορετικές μεθόδους, αξίες, αντιλήψεις και θα αναδείξει τελείως διαφορετικά πρότυπα και σίγουρα αυθεντίες. Η παθητική αναμονή δεν είναι λύση. Ποτέ δεν ήταν. Η εμμονή σ’ αυτό που χάνεται οδηγεί στον αφανισμό με βεβαιότητα. 
Για αρκετές δεκαετίες οι περισσότεροι νέοι ξεκινούσαν τη ζωή τους με τον προβληματισμό «πού θα βρω δουλειά;». Οι περισσότεροι έβρισκαν, γιατί δουλειές υπήρχαν κι αν δεν υπήρχαν όλο και κάποιος πολιτικός θα δημιουργούσε μια άχρηστη για την οικονομία και την κοινωνία, χρήσιμη όμως γι αυτούς θεσούλα στο δημόσιο. Το πρόβλημα είναι ότι στον κόσμο που διαμορφώνεται, πολλές από τις παραδοσιακές δουλειές δε θα υπάρχουν. Θα υπάρξουν σίγουρα καινούριες και κάποιοι θα τις προτείνουν, οπότε και οι σημερινοί νέοι πιθανώς είναι καλύτερο να ξεκινούν τη ζωή τους με τον προβληματισμό «τι δουλειά θα δημιουργήσω;».

Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

Χαμένες βεβαιότητες (i. Το σκηνικό)

i. Το σκηνικό
Θα σταματήσει ποτέ ο κόσμος να παίζει στο χρηματιστήριο, να διασκεδάζει, να καταναλώνει ακόρεστα ακριβά ρούχα, αυτοκίνητα, αρώματα, κινητά; Θα σταματήσουν ποτέ οι γονείς να πληρώνουν για να σπουδάσουν τα παιδιά τους; Θα σταματήσει ποτέ ο κόσμος να πηγαίνει διακοπές, να χρησιμοποιεί πετρέλαιο για να ζεσταθεί; Θα σταματήσει ποτέ το Δημόσιο να απορροφά τον κάθε τεμπέλη, «κατατρεγμένο», μέτριο, ανίκανο και ανεύθυνο και μάλιστα να τον ακριβοπληρώνει; Λίγους μήνες πριν, αν κάποιος απαντούσε «ναι, όλα αυτά σύντομα θα σταματήσουν», θα τον θεωρούσαν τρελό, απαισιόδοξο, δραματικό. Αν απλώς αδιαφορούσαν γι αυτόν, θα ήταν εξαιρετικά τυχερός. Το πιθανότερο θα ήταν να τον πάρουν με τις πέτρες και τα ξύλα ή με ό,τι τέλος πάντων είχε εύκαιρο ο καθένας. Θα τον λοιδορούσαν μέχρι εξευτελισμού. Με απλά λόγια ελάχιστοι θα τον έπαιρναν στα σοβαρά. Οι περισσότεροι ήταν, μέχρι και λίγους μήνες πριν, έτοιμοι να σκοτώσουν τον αγγελιαφόρο. Κι όμως, αποδείχτηκε ότι αυτοί οι αγγελιαφόροι ήταν οι μόνοι σοβαροί. Ούτε απαισιόδοξοι ούτε δραματικοί. Απλώς σοβαροί. Θέσεις, που λίγο πριν δήλωναν με απόλυτο τρόπο τη σιγουριά ότι ο κόσμος που ζούσαμε δε θα άλλαζε ποτέ, αποδείχτηκαν ανυπόστατες. Οι περισσότεροι τα πήγαν πολύ χάλια στις προβλέψεις τους. Φταίει ότι το κληρονομικό χάρισμα δίνεται σε λίγους. Μέχρι «χθες» παρόμοιες αντιλήψεις αποτελούσαν βεβαιότητες. Σήμερα αποτελούν απλώς... παρελθόν. Ο κόσμος σταμάτησε να παίζει στο χρηματιστήριο, να διασκεδάζει, να υπερκαταναλώνει, να πηγαίνει διακοπές. Ακόμα και οι σπουδές των παιδιών έπαψαν να αποτελούν βεβαιότητα. Το πετρέλαιο αποτελεί είδος πολυτελείας και το Δημόσιο κλείνει τις πύλες των διορισμών ενώ ήδη ανοίγει κάποιες άλλες δείχνοντας την έξοδο σε κάποιους. Έκπληξη! Βασικά δεδομένα του κόσμου που γνωρίζαμε εξαφανίστηκαν. Αρκετά ακόμα θα χαθούν. Ζήσαμε ένα παραμύθι. Μακρινό πλέον. Πιστέψαμε σε θεούς που δεν υπάρχουν πια. Η αίσθηση της αισιοδοξίας έχει δώσει τη θέση της στη μιζέρια, την απαισιοδοξία, την κατάθλιψη. Τις μέρες χαράς διαδέχτηκαν μέρες λύπης. Σκωτσέζικο ντους! Κάτι δεν πήγε καλά. Φανήκαμε αδύναμοι να εκτιμήσουμε σωστά τις καταστάσεις. Και τώρα αποδεικνύεται ότι οι λίγοι είχαν δίκιο ενώ οι πολλοί βρίσκονταν σε πλάνη. Γι αυτούς είναι αργά. Ο κόσμος που χάθηκε δε θα επανέλθει. Όσα μνημόνια κι αν υπογραφούν, όσα μέτρα λιτότητας κι αν ληφθούν δε θα καταφέρουν να αναστήσουν τα δεδομένα του πρόσφατου παρελθόντος. Όσοι περιμένουν ότι οι θυσίες θα μας ξαναδώσουν την ευφορία και την αφθονία που χάσαμε, μάλλον θα διαψευστούν για μια ακόμα φορά. Ωραία (δηλαδή, όχι και τόσο ωραία) αλλά η ζωή δε σταματάει εδώ (αυτό, αναμφισβήτητα, είναι ωραίο). Ο κόσμος που ζήσαμε πέθανε (Σνιφ!) κι εμείς τον κλάψαμε αρκετά (Κλαψ!), τα δάκρυα στέρεψαν (Λυγμ!). Είναι καιρός να αφήσουμε την κλάψα και να στρωθούμε στη δουλειά. Αν κάτι θετικό μπορεί να προκύψει από τη σημερινή κατάσταση, αυτό δεν είναι παρά η διδασκαλία από τα λάθη και τις αβλεψίες που μας οδήγησαν εδώ. Κι αυτά δεν ήταν λίγα. Η αυτοκριτική να περάσει πρώτη. Αμέσως μετά να δώσει τη θέση της στην κριτική. Το αντίθετο είναι λάθος. Γιατί όταν κάποιος επιθυμεί σπατάλες χωρίς μέτρο αλλά δουλειά με μέτρο, πρέπει να την κάνει την αυτοκριτική του. Δεν μπορεί απλώς να αναζητά, εν είδη Σέρλοκ Χολμς, ενόχους για την κατάντια του. Ναι, να ρίξουμε τα περισσότερα βάρη στους πολιτικούς αλλά να σκεφτούμε και ποιος τους έδωσε την εξουσία και την άνεση να κάνουν τόσα λάθη; Εννοείται ότι όλοι δεν έχουν το ίδιο μερίδιο ευθύνης για την κρίση. Εννοείται ότι οι πολιτικοί έχουν το (κατά πολύ) μεγαλύτερο. Γιατί ο πολιτικός, όπως και ο γονιός ή ο δάσκαλος υπάρχει για να δείχνει το δύσκολο δρόμο της αρετής και της ευημερίας κι όχι τον εύκολο της κακίας και της καταστροφής. Οι πολίτες είναι σαν τα παιδιά. Η έλλειψη Τάξης και Μέτρου από την εξουσία, η ασυδοσία και η αυθαιρεσία των πολιτικών δεν τους κάνει καλύτερους. Τους κάνει -όπως περίτρανα αποδείχτηκε- ασυνείδητους και οκνηρούς. Απλώς θα χρειαστεί να προσέξουμε λίγο παραπάνω τις επιλογές μας την επόμενη φορά. Εκείνοι που έβλεπαν τις εκλογές από τον καναπέ, είναι καιρός να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Μάλλον οι «άλλοι» που αποφάσιζαν γι αυτούς, δεν το έκαναν και πολύ σωστά… Το παλιό σκηνικό ξεστήθηκε με πολύ βίαιο κι εντελώς απρόσμενο τρόπο. Ένα καινούριο ετοιμάζεται να στηθεί, για να υποδεχτεί μια παράσταση καινούρια, τελείως διαφορετική από ό,τι έχουμε μέχρι στιγμής παρακολουθήσει. Οι παλιοί πρωταγωνιστές «σφάζονται» για τους καινούριους ρόλους. Νέοι αρχίζουν να εμφανίζονται και να διεκδικούν. Η αισιοδοξία βρίσκεται με βεβαιότητα ακριβώς εδώ, αφού για τη διανομή των ρόλων στην παράσταση που στήνεται, μπορούμε να αποφασίσουμε εμείς. Οι παλιές βεβαιότητες χάθηκαν. Μένει να δημιουργήσουμε καινούριες, ελπίζω πιο ανθρώπινες. Προϋπόθεση γι αυτό, η προετοιμασία και η μελέτη του έργου που είναι σχεδόν έτοιμο να προβληθεί.