Σάββατο 6 Δεκεμβρίου 2014

Εμείς τα βολεύουμε με τους ανεγκέφαλους

Τυπικό είδος εγκεφάλου με το
οποίο ο Έλληνας βολεύεται μια χαρά.
Διαβάζω στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» (είναι εφημερίδα...) και δεν πιστεύω στα μάτια μου. Άρθρο με τίτλο «Η καινοτόμος Ελλάδα μεταναστεύει», αναφέρει ότι: «Συνολικά πάνω από 100.000 Έλληνες επιστήμονες, στην πλειονότητα νέοι, βρίσκονται στο εξωτερικό, είτε έχοντας εδραιωθεί επαγγελματικά είτε αναζητώντας μία καλή θέση εργασίας. Επίσης, ακόμη 30.000 σπουδάζουν σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, πολλοί εκ των οποίων προσβλέπουν σε αναζήτηση εργασίας ώστε να μείνουν μόνιμα στην ξένη χώρα... Στο εξωτερικό αρχίζουν να αναζητούν την τύχη τους και έμπειροι πανεπιστημιακοί και ερευνητές, που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της επιστημονικής έρευνας...». Και «τα στοιχεία που αποτυπώνουν το μεγάλο πρόβλημα της “διαρροής εγκεφάλων” από την Ελλάδα» παρουσιάζονται ως «στοιχεία σοκ».
Εντάξει, να δικαιολογήσω το χαρακτηρισμό, γιατί κάποιος που διαβάζει το κείμενο, πράγματι παθαίνει σοκ και ίσως πέφτει από τα σύννεφα αλλά για πολύ διαφορετικούς λόγους από εκείνους που φαντάζεται η εφημερίδα. Μια εφημερίδα που θέλει να λέγεται σοβαρή να δημοσιεύει τέτοιο άρθρο. Μμμμ, μπράβο και σε ανώτερα. Γιατί προσωπικά δε βλέπω ούτε και νιώθω το παραμικρό σοκ διαβάζοντας ότι οι εγκέφαλοι μάς εγκαταλείπουν. Ωραία, φεύγουν οι εγκέφαλοι που μπορούν να καινοτομήσουν, που έχουν όρεξη για δουλειά, που επιθυμούν να διακριθούν, που θέλουν να προσφέρουν, που διαθέτουν εξαιρετικά εφόδια, που χαρακτηρίζονται από δυναμισμό... Ε και! 
Σοκ και κουραφέξαλα. Καλά κάνουν και φεύγουν και να πάνε όπου θέλουν και να πάνε στο καλό. Τι έπρεπε να κάνουν; Μήπως έπρεπε να μείνουν; Γιατί και να έμεναν θα τους αξιοποιούσαμε; Πόσο ανόητος μπορεί να είναι κάποιος για να επιθυμεί κάτι τέτοιο! Φεύγουν οι «εγκέφαλοι», γιατί μόνο να βλάψουν θα μπορούσαν την ελληνική κοινωνία και τη χώρα ως εθνική οντότητα. Εμείς -ιστορικά τεκμηριωμένο- δε χρειαζόμαστε -ποτέ δε χρειαστήκαμε- «εγκεφάλους» και δη εγκεφάλους που μπορούν να λειτουργήσουν με βάση τη λογική. Εμείς πανταχόθεν χρειαζόμασταν ανεγκέφαλους.
Σκεφτείτε (αυτό, βέβαια, μπορεί να συμβεί, μόνο αν ανήκετε στους τελευταίους «εγκεφάλους» που δεν την έχουν κάνει ακόμα από τη χώρα)! Έστω λοιπόν, ότι οι εγκέφαλοι έμεναν εδώ και μάλιστα τους δινόταν (υπόθεση εργασίας) και η ευκαιρία να συμμετέχουν στα επιστημονικά, καλλιτεχνικά, εκπαιδευτικά, οικονομικά και κυρίως πολιτικά δρώμενα της χώρας. Τι θα έκαναν στην περίπτωση αυτή; Δε θέλει πολλή σκέψη. Θα προσπαθούσαν να βάλουν τα πράγματα σε τάξη. Θα προωθούσαν την αξιολόγηση και άρα τους πιο ικανούς παντού. Θα έδιναν ώθηση στην παραγωγικότητα και την καινοτομία. Θα συρρίκνωναν και θα έκαναν λειτουργικό το Δημόσιο. Θα περιόριζαν το λαϊκισμό. Θα καταδίκαζαν τα σκάνδαλα. Θα στήριζαν τη διαφάνεια. Θα μπουζούριαζαν τους εμπλεκόμενους σε σκάνδαλα πολιτικούς και γενικότερα δημόσιους λειτουργούς. Θα περιθωριοποιούσαν τους καταληψίες. Το χειρότερο δε όλων θα ήταν ότι θα επιθυμούσαν και τελικά ίσως το κατάφερναν να οδηγήσουν μια ολόκληρη χώρα και τον υπερήφανο λαό της μαζί (που είναι ο καλύτερος της Οικουμένης) στην ανάπτυξη. Εφιάλτης. Απλά εφιάλτης τρομακτικός. 
Για τέτοια είμαστε; Όχι και πάλι όχι. Και μάλιστα με κεφαλαία (Ο Χου Ι), όπως εκείνο το ξεγυρισμένο που είχαμε πει στο Μουσολίνι στα αρχαία χρόνια. Το να έμεναν θα ήταν σοκ πραγματικό, όχι το ότι φεύγουν. Οπότε άσε τους εγκεφάλους να πάρουν το δρόμο τους και εμείς μια χαρά τα βολεύουμε με τους ανεγκέφαλους. Αυτούς ξέρουμε, αυτούς εμπιστευόμαστε. Δε θα αλλάξουμε τώρα στα πίσω πίσω. Αυτοί μας καταλαβαίνουν. Αυτοί μας πονούν. Αυτοί μας καλοπιάνουν τόσα χρόνια οδηγώντας μας στην πλήρη καταστροφή. Αυτοί νιώθουν ότι δε θέλουμε να εξελιχτούμε. Γιατί άντε και εξελιχτήκαμε. Με τι θα γκρινιάζουμε, με τι θα μιζεριάζουμε; Δηλαδή, τι θα λέμε τότε; «Πω πωωω, τι ανάπτυξη είναι αυτή, δεν αντέχουμε άλλο»; Μπορεί να ήμασταν και χαρούμενοι. Είναι παράλογο ακόμα και για τον πλήρως ανεγκέφαλο. 
Οπότε ας τους αφήσουμε να φύγουν κι ας αφήσουμε τα δακρύβρεχτα του στιλ: «φεύγουν τα παιδάκια μας και πάνε στα ξένα και τι θα κάνουμε τώρα και ποιος θα μας φέρνει ένα ποτήρι νερό στα γεράματα». Δεν τους χρειαζόμαστε, γιατί αυτοί δε θα ανέχονταν ούτε την αυθαιρεσία ούτε το λαϊκισμό ούτε τις καταλήψεις. Αυτοί θα ήθελαν να λειτουργούν όλα ρολόι. Να φύγουν, λοιπόν, να φύγουν και να ρίξουν μαύρη πέτρα πίσω τους. Κι εμείς θα συνεχίσουμε να εμπιστευόμαστε εκείνους που μας τάζουν λαγούς με πετραχήλια, σκίζουν τα μνημόνια, υπόσχονται ότι θα γιγαντώσουν το δημόσιο με τα κολλητά τους ανίκανα και ανεγκέφαλα κομματόσκυλα, φουσκώνουν τους τραπεζικούς λογαριασμούς τους στο όνομα ενός κενού νοήματος πατριωτισμού. Να φύγουν και εμείς να συνεχίσουμε ήσυχοι τις καταλήψεις πανεπιστημίων, δρόμων, δημόσιων κτηρίων, παραλίων, πεζοδρομίων... έτσι ώστε να μη λειτουργεί τίποτε όπως πρέπει και να εμποδίζουμε την παραγωγή νέων εγκεφάλων. Δεν τους χρειαζόμαστε. Η καινοτόμος Ελλάδα μπορεί να μεταναστεύει, μένει όμως εκείνη που πραγματικά χρειαζόμαστε! Κι εμείς θα εξακολουθήσουμε να τα βρίσκουμε με τους ανεγκέφαλους που μένουν εδώ πιστοί στο καθήκον. Τέτοιοι είμαστε άλλωστε... και όχι επειδή κάποιοι μάς ψεκάζουν. 

*Κάποιες φορές σκέφτομαι ότι αυτή η χώρα δεν είναι δική μας. 
 Απλώς... την έχουμε καταλάβει.


Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2014

Ο υπουργός Παιδείας κάνει... πλάκα!!!

Λατρεύω τον υπουργό Παιδείας. Όχι τον εκάστοτε. Τον νυν λατρεύω. Θα σας φαίνεται παράξενο αλλά δεν είναι. 
Μικρό παιδί είχα ένα πρόβλημα. Το πρόβλημα λεγόταν «μάνα». Η μάνα μου, λοιπόν, με μάλωνε διαρκώς: «Πότε θα σοβαρευτείς, βρε παιδάκι μου; Όλα αστεία τα βλέπεις. Τίποτα δεν παίρνεις στα σοβαρά»! Για τη μητέρα μου, όπως και για την πλειονότητα των ανθρώπων, σοβαρότητα σήμαινε: Σταματάς να γελάς, και με ύφος χιλίων καρδιναλίων πορεύεσαι. Καθετί που συμβαίνει πρέπει να ανάγεται σε τραγωδία, το προσεγγίζεις μίζερα, με περισσή σοβαροφάνεια ή το προσπερνάς. 
Είχα τελείως διαφορετική αντίληψη. Μετά από χρόνια συνεχίζω να πιστεύω ότι το χιούμορ είναι η πιο σοβαρή αντιμετώπιση της ζωής. Το ίδιο κάνει και ο υπουργός, γεγονός, λοιπόν, αρκετό για να τον λατρεύω. Ο υπουργός έχει χιούμορ και δε χάνει ευκαιρία να το δείχνει. Του έδωσαν μια θέση κι αυτός την αξιοποιεί για να κάνει πλάκα. Δεν εξηγούνται διαφορετικά οι αλλαγές επί αλλαγών που προωθεί ως προς το νέο Σύστημα Εισαγωγής πριν καν αυτό τεθεί σε εφαρμογή. Κάνει μια αλλαγή, ξεσηκώνει θύελλα διαμαρτυριών και λίγο μετά επαναλαμβάνει το ίδιο. Σκέφτεται μια άλλη, ηρεμεί εκείνους που διαμαρτύρονταν ξεσηκώνοντας, όμως, κάποιους άλλους. Το σκηνικό επαναλαμβάνεται και αν μη τι άλλο, έχει... πολλή πλάκα. 
Μετά από μέρες αδράνειας ο υπουργός επανήλθε. Ανακοινώνει, ο καλός μας, ότι την τάδε μέρα θα δοθεί στη δημοσιότητα η Τράπεζα Θεμάτων. Οι ενδιαφερόμενοι συνωστίζονται μπροστά στις οθόνες και τα πληκτρολόγια, τρελαίνονται στα “refresh” αλλά μάταια. Ο υπουργός απλώς ανακοινώνει ότι η δημοσίευση της Τράπεζας θα γίνει σε λίγες μέρες... Καλό. Θυμίζει τις απλοϊκές πλάκες των παιδικών χρόνων μας. 
Το καλύτερο, βέβαια, είναι αυτό που κάνει με τα μαθήματα που θα περιλαμβάνονται στις «νέου τύπου» Πανελλαδικές. Διαμαρτυρίες, πανικός, ξεσηκωμός από εκείνους που πλήττονται χάνοντας ιδιαίτερα μαθήματα. Και γιατί και πώς και ωχ αμάν αμάν. Διαλύεται στο γέλιο ο υπουργός. Βαριέται, όμως, εύκολα οπότε... Άλλη αλλαγή στο προσκήνιο. Βγαίνει το ένα μάθημα, μπαίνει το άλλο. «Φύγε εσύ, έλα εσύ». Χαρές στο στρατόπεδο που βλέπει τις ώρες των ιδιαιτέρων να αυξάνουν. Γκρίνιες και διαμαρτυρίες από το στρατόπεδο των χαμένων. Γέλια και πάλι ο υπουργός. 
Μια τέτοια φάση ζούμε και τώρα. Ο υπουργός σκέφτηκε να βγάλει τη Λογοτεχνία από τις Πανελλαδικές εξετάσεις κάποιων επιστημονικών πεδίων. Το ίδιο έκανε και με τη Χημεία, η οποία θα αντικαθίσταται από την Πληροφορική για την εισαγωγή σε κάποιες σχολές. Και πάλι γκρίνιες και πάλι στομφώδεις, βαρύγδουπες ανακοινώσεις και κυρίως επιστολές προς τον υπουργό. Επιστολές ανοιχτές μάλιστα, ώστε να μην κουράζεται να τις ανοίγει ο άνθρωπος. Από τη μια, οι φιλόλογοι να τονίζουν την «αναμφισβήτητης διαχρονικής αξίας και τεράστιας μορφωτικής δύναμης νεοελληνική λογοτεχνική γλώσσα, τόσο της ποίησης και όσο και της πεζογραφίας». Από την άλλη, οι χημικοί να συγχαίρουν (να και η ειρωνεία) «τον Υπουργό Παιδείας κ. Ανδρέα Λοβέρδο για την εξαιρετικά επιτυχημένη εν ψυχρώ εκτέλεση της Επιστήμης της Χημείας στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση».
Προσωπικά δεν το πιάνω. Δηλαδή, η αξία ενός μαθήματος εξαρτάται από το αν εξετάζεται πανελλαδικά; Όχι βέβαια! Το μόνο που εξαρτάται από το αν ένα μάθημα εξετάζεται πανελλαδικά είναι οι ώρες ιδιαιτέρων που θα προκύψουν από την ανάγκη που θα δημιουργηθεί. Άρα το μόνο που εξαρτάται είναι το αν κάποιοι θα έχουν πρόσβαση στην πίτα που λέγεται μαύρα κέρδη από τα ιδιαίτερα. Διαφορετικά δεν το πιάνω. Αν ο καθηγητής τόσο πονάει για το μάθημά του, δε θα το διδάσκει με εξαιρετικό τρόπο στην αίθουσα; Και τότε δε θα βοηθήσει τους μαθητές του να το καταλάβουν, να το αγαπήσουν και να το αξιοποιήσουν στη ζωή τους; Δηλαδή, είναι καλύτερα ένα μάθημα να συνδέεται με το άγχος των πανελλαδικών, με την αποστήθιση, με την αγωνία της επίδοσης; Οι μαθητές αποκομίζουν περισσότερα τότε; Δεν είναι καλύτερα ένα μάθημα να προσεγγίζεται χαλαρά μέσα στις αίθουσες με την καθοδήγηση φωτισμένων εκπαιδευτικών; Είναι σίγουρο ότι, χωρίς τον πέλεκυ των εξετάσεων, οι μαθητές θα αποκομίσουν κι από τη Λογοτεχνία κι από τη Χημεία πολύ περισσότερα. 
Ο υπουργός βρήκε τον μπελά του. Και το μόνο που τον σώζει είναι να... σοβαρευτεί, να αποφασίσει επιτέλους τι θέλει, ποιους θα ικανοποιήσει και ποιους θα αφήσει παραπονεμένους. Να τα βάλει κάτω, να μετρήσει τα κουκιά-ψήφους που θα κερδίσει σε κάθε περίπτωση και να αφήσει τις δοκιμές. 
Το να προτείνω εγώ κάποιος να σκεφτεί τους άμοιρους τους μαθητές και την αγωνία τους είναι τραβηγμένο. Οπότε δε θα το κάνω! 

*Ο κ. Ζάχος βρήκε εξαιρετική και την πλάκα με τους 
εθελοντές εκπαιδευτικούς που θα αμείβονται με και μάλλον θα τρώνε... μόρια

Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

Μια... Τράπεζα στον τάφο της Αμφίπολης

Γενικά, με τις τράπεζες η χώρα μας δεν τα πάει καλά. Μια που οι βλαμμένες ζητούν πίσω και με τόκους όσα μας δάνεισαν, μια που πλέον οποιαδήποτε πληρωμή προς το κράτος περνάει από αυτές, προκάλεσαν έλλειψη εμπιστοσύνης, ταύτισή τους με την πλουτοκρατία και το βάρβαρο νεοφιλελεύθερο καπιταλιστικό σύστημα, που αντιμετωπίζει τους λαούς ως υποζύγια και άλλα ωραία και... «ξύλινα». Τέλος πάντων, μια κάπως αρνητική εικόνα την είχαμε γι αυτές. Τώρα το κακό παράγινε. Και οι κακόμοιρες δε φταίνε σε τίποτα. Όχι, η ευθύνη δε βαρύνει τα τραπεζικά ιδρύματα. Βαρύνει εξολοκλήρου το Υπουργείο Παιδείας.
Τώρα που οι τράπεζες αντιμετωπίζουν πρόβλημα ρευστότητας, που ο αριθμός τους συρρικνώνεται, έρχεσαι βρε υπουργείο και ιδρύεις μια ακόμα τράπεζα; Μα πόσο... «υπουργείο» πρέπει να είσαι, για να το κάνεις; Και άντε την ίδρυσες. Έχεις εξασφαλίσει την απρόσκοπτη λειτουργία της πριν την εφαρμόσεις; Καλά καλά δεν είχες, βρε υπουργείο, τη φαντασία να της βρεις ένα αξιοπρεπές όνομα, πώς τη ρίχνεις στην αγορά; Άκου εκεί «Τράπεζα Θεμάτων»! Πολύ ωραίο όνομα. Πετυχημένο. Όλη η φαντασία της ανθρωπότητας εξαντλήθηκε στην αναζήτησή του. 
Δηλαδή, πώς θα φαινόταν μια τράπεζα που θα λεγόταν «Τράπεζα Χρημάτων»; Ωραίο θα φαινόταν; Ρίξε βρε υπουργείο, ε... υπουργείο, μια ματιά στην πιάτσα. «Εθνική Τράπεζα» η μια! Ωραίο. Αποπνέει μια αίσθηση «εθνικού», δικού μας, οικείου. Λες «θα την εμπιστευτώ, βρε παιδάκι μου, γιατί το εθνικό είναι αλλιώς». «Τράπεζα Πίστεως» η άλλη! Καλό. Χτυπάει στο συναίσθημα, φέρνει στο μυαλό εμπιστοσύνη. Το πάει λίγο και στο θρησκευτικό. «Πιστεύω εις μιαν Τράπεζα, μητέρα παντοκρατόρισα...». «Τράπεζα Πειραιώς» η τρίτη. Το ακούει ο γαύρος και τρέχει. Σου λέει μπορεί και να κληρώνουν εισιτήρια για το ντέρμπυ των αιωνίων. Αυτά είναι. Όλοι κάτι λένε με το όνομα.
Κι εσύ, υπουργείο, τι πήγες και βρήκες. Σαν φτωχός συγγενής. Θα μου πεις, όλα τα άλλα είναι εντάξει και με έπιασε πρεμούρα με το όνομα; Τίποτα δεν είναι εντάξει. Λες και την «ίδρυσαν» άσχετοι με την ελληνική πραγματικότητα. Για «τράπεζα θεμάτων» ακούμε και «τράπεζα θεμάτων» δε βλέπουμε. Μα δεν την έλεγαν «Κρυμμένη Τράπεζα»; Πιο πιασιάρικο θα ήταν. Και πιο κοντά στην πραγματικότητα. Αφού κάποιες στιγμές με πιάνω να σκέφτομαι: «να δεις που η “τράπεζα θεμάτων” είναι θαμμένη στον “τάφο της Αμφίπολης”». Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι οι εργασίες εκεί κωλυσιεργούν, γιατί θα αποκαλυφθεί ότι ο «ένοικος» είναι η τράπεζα, η αρχαιολογική σκαπάνη θα τη φέρει στο φως και το υπουργείο δε θα ξέρει τι να την κάνει.
Τράπεζες ήθελε το υπουργείο. Όλο πόζα και ιδέα. Κοντεύει η ώρα των πανελλαδικών με το καινούριο σύστημα και οι μαθητές δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Κοντά 160.000 μαθητές (Α’ και Β’) Λυκείου πορεύονται στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα. Και μαζί με αυτούς γονείς, παππούδες και γιαγιάδες, νονοί και νονές, θείοι και θείτσες υποψηφίων. Μη βάλω και τις μερικές χιλιάδες εκπαιδευτικών αλλά και παραπαιδευτών (εμείς της παραπαιδείας).
Κι άντε και εμφανίζεται η «ΤΘ». Έχεις σκεφτεί, βρε υπουργείο, πώς θα εξαλείψεις τις αδικίες της; Θέλεις οι εξετάσεις της Α’ και Β’ Λυκείου με την «ΤΘ» να μετρούν για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση; Διασφάλισε πρώτα την αντικειμενικότητα. Βάλε όλα τα παιδάκια να διαγωνίζονται σε κοινά θέματα, την ίδια μέρα, με άγνωστους επιτηρητές, με βαθμολόγηση από σώμα βαθμολογητών, με καλυμμένα τα ονόματα και μετά να μετράει και για την προαγωγή και για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια και για την αποστολή στον Άρη.
Το υπουργείο αγνοεί τι έγινε κατά τον πρώτο χρόνο εφαρμογής της «ΤΘ»; Για άλλα κι άλλα του στέλνουν sms του υπουργού. Γι αυτό δε βρέθηκε ένας να στείλει; Αγνοεί την... πιθανότητα εκπαιδευτικοί (ιδιωτικοί ή δημόσιοι) να βοήθησαν λίγο(!) τους μαθητές τους; Και ναι ναι, ξέρω ότι οι εκπαιδευτικοί μας είναι «νερό για λειτουργιά» και ότι δεν κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα και ότι κι αν κάνουν, αποκλείεται να βοηθούν τους μαθητές τους που τυχαίνει να είναι και μαθητές τους στο σχολείο που διδάσκουν. Υποθέσεις κάνω. Και μήπως δε μάθαμε για ιδιωτικό σχολείο που έπαιρνε νωρίτερα τα θέματα και προετοίμαζε τους μαθητές του; Αλήθεια, τι έγινε με αυτούς τους μαθητές; Κλήθηκαν να ξαναδώσουν ή κατοχύρωσαν τα εικοσάρια που τους εξασφάλισε το σχολείο; 
Είμαι περίεργος να δω τι θα γίνει, όταν οι γονείς των μαθητών της Α’ και Β’ Λυκείου καταλάβουν τι συμβαίνει και ποιες αδικίες κρύβει το σύστημα. Πιθανώς θα το αντιληφθούν, όταν τα βλαστάρια τους χάσουν τη σχολή της αρεσκείας τους, εξαιτίας της «ΤΘ». Και τότε δε θα είναι καλά τα πράγματα ούτε για το υπουργείο ούτε για κανέναν! Οπότε, βρε υπουργείο, μήπως να σκεφτείς πιο λογικά την εφαρμογή της «ΤΘ», πριν να είναι αργά; Μην είσαι πέρα για πέρα... «υπουργείο».
Μήπως να σταματήσουν πάραυτα οι ανασκαφές στην Αμφίπολη και να αφήσουμε στην ησυχία της την «ΤΘ». Άντε να της κάνουμε και κανένα τρισάγιο και... αιωνία της η μνήμη!

Ο κ. Ζάχος πιστεύει ότι οι γονείς θα πρωταγωνιστούν 
στις επόμενες καταλήψεις σχολείων. 
Και θα έχουν και δίκιο! 



Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

"U Can't Touch This"

Πριν ένα δυο χρόνια μου συνέβη το εξής αδιανόητο -όπως πίστευα τότε. Άρθρο μου δημοσιεύθηκε σε εφημερίδα της Ζακύνθου. Μέχρι εδώ κανένα πρόβλημα. Άρθρα γράφω και -εκτός του ιστολογίου μου- τα δημοσιεύω σε εφημερίδες. Το παράδοξο ήταν ότι είχε δημοσιευθεί με διαφορετικό -τελείως βλακώδη- τίτλο. Το ακόμα πιο παράδοξο ήταν ότι δεν είχε δημοσιευθεί με το όνομά μου αλλά με το όνομα άλλου «συγγραφέα», ο οποίος τύχαινε να είναι «αρχισυντάκτης» της εφημερίδας. Στην επικοινωνία που είχαμε ισχυρίστηκε ότι είχε γίνει λάθος από την υπεύθυνη(;) και εκ παραδρομής δε δημοσιεύθηκε η πηγή και ο πραγματικός συγγραφέας. Είχα γελάσει πολύ ακούγοντας δικαιολογίες που μόνο ένας απόλυτα και βεβαιωμένος με ιατρική γνωμάτευση ηλίθιος μπορούσε να δώσει. Δηλαδή, η υπεύθυνη(;) άλλαξε το όνομα του συγγραφέα, άλλαξε τον τίτλο, πρόσθεσε κάποια ανόητα σχόλια και όλα αυτά με δική της πρωτοβουλία; 
Πριν μια εβδομάδα μου συνέβη το εξής -πριν μερικά χρόνια θα πίστευα αδιανόητο. Δύο (1 + 1) άρθρα μου δημοσιεύθηκαν με διαφορά λίγων ημερών στην ίδια εφημερίδα της Ζακύνθου. Τι σύμπτωση! Ανάρπαστος είμαι στο νησί! Αυτή τη φορά με τον πρωτότυπο τίτλο. Και πάλι, όμως, με το όνομα άλλου «συγγραφέα». Μετά από μικρή έρευνα ανακάλυψα ότι αυτός ο άλλος «συγγραφέας» διατηρεί φροντιστήριο στη Ζάκυνθο. Με απλά λόγια πρόκειται για συνάδελφο(;). Το άρθρο μου μάλιστα -με το όνομα του άλλου- βρέθηκε αναρτημένο και σε άλλες ιστοσελίδες. Πάταγο έκανε ο αθεόφοβος. Είπαν στον τρελό να χ€$σει, έκατσε και ξεκ...θηκε. Ο αθεόφοβος μάλιστα, δεχόταν και συγχαρητήρια για όσα σκέφτηκε(;) και έγραψε(;) και όλο καμάρι ευχαριστούσε για τα καλά λόγια. Στην επικοινωνία που είχαμε προσπάθησε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Ο ίδιος βέβαια, δεν είχε την παραμικρή ευθύνη. Κάποιο λάθος είχε γίνει στην ηλεκτρονική ταχυδρόμηση προς την εφημερίδα και δεν υπήρχε τέτοια πρόθεση από τον ίδιο και είναι καλός άνθρωπος και δεν είναι μικρό παιδί και, και, και... 
Μπούρδες, γελοιότητες, μετριότητες, χυδαιότητες... Εμένα, βέβαια, που είμαι εξαιρετικά ματαιόδοξος με φτιάχνει το γεγονός ότι τα άρθρα μου έχουν τέτοια πέραση, ώστε να αποτελούν αντικείμενο λογοκλοπής. Σημαίνει ότι η πένα μου έχει φανατικούς οπαδούς. Μάλιστα, δεν έχω πρόβλημα να δέχομαι παραγγελίες και να γράφω ό,τι τραβάει η ψυχή κάποιου. Αλλά μέχρι εκεί. Συγκρατηθείτε λίγο βρε κακομοίρηδες. Είναι δυνατόν ο ένας να το παίζει αρχισυντάκτης, ο άλλος να το παίζει καθηγητής και κανείς τους να μην έχει λίγη τσίπα! Βρε ζωντόβολα, δεν έχετε ακούσει για τον κλέφτη και τον ψεύτη που τον πρώτο χρόνο χαίρονται; Βρε πιο ανόητοι και από την ανοησία που κάνατε, δεν έχετε καταλάβει ότι στην εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας όσο εύκολο είναι να κλέψετε κάτι, άλλο τόσο εύκολο είναι και να αποκαλυφθεί η απάτη σας; 
Και οι δυο -εξίσου ατάλαντοι και μικροπρεπείς- μου θύμισαν βλαμμένα μαθητούδια. Αυτά που, εξαιτίας της τεμπελιάς και της ανεπάρκειάς τους, αντιγράφουν ασκήσεις, ξεπατικώνουν εργασίες και τις παρουσιάζουν ως δικές τους. Όταν, μάλιστα, ο εκπαιδευτικός -έχοντας καταλάβει την κουτοπονηριά τους- εκδηλώνει θαυμασμό για το αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους, γελοιοποιούνται περαιτέρω αποδεχόμενα τους επαίνους χωρίς συστολή. Ο μαθητής-μύδι έχει πειστεί ότι τα κατάφερε πολύ καλά, έχει παραμυθιαστεί ότι η δουλειά είναι δική του. 
Ε λοιπόν, το ίδιο συμβαίνει παντού. Ο μαθητής-κουνουπίδι συνήθως εξελίσσεται σε κουνουπιδοκαθηγητή, κουνουπιδοαρχισυντάκτη, κουνουπιδοπολιτικό, κουνουπιδογονιό. Ακόμα και στην εποχή των γενετικά τροποποιημένων είναι δύσκολο να μεταλλάξουμε το άτομο-κουνουπίδι σε άτομο-ευφυές. Και άντε ο ατάλαντος αρχισυντάκτης, μετά από χρόνια απομάκρυνσης από τη μαθητική ζωή, έχει ξεχάσει τις καζούρες που έτρωγε ως μαθητής κάθε που έκλεβε εργασίες. Αμ ο άλλος, ο ατάλαντος εκπαιδευτικός; Τι θα πει στο στουρνάρι-μαθητή του που αντιγράφει τη δουλειά άλλων; Πώς θα τον αντικρίσει, τη στιγμή που και αυτός τα ίδια κάνει; Θα του μιλήσει για ηθική, για την αξία της προσωπικής προσπάθειας; Θα του δείξει πόσο γελοίο, απαράδεκτο, χυδαίο, βλακώδες είναι αυτό που κάνει; 
Αποδεικνύεται ότι «η βλακεία είναι ανίκητη και είναι αδύνατο να τα βάλεις μαζί της». Στους βλάκες, λοιπόν, που κυκλοφορούν ανάμεσά μας δεν έχω παρά να αφιερώσω το απόσπασμα από το «Δοκίμιο περί ανθρώπινης βλακείας» του C. M. Cipolla. «Απέναντι σε ένα ηλίθιο άτομο οποιαδήποτε προετοιμασία άμυνας είναι αδύνατη. [...] Μπροστά σε ένα ηλίθιο πρόσωπο, είναι κανείς ολοκληρωτικά στο έλεός του. [...] Με το χαμόγελο στα χείλη, σαν να κάνει το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο, ο βλάκας θα εμφανιστεί ξαφνικά για να καταστρέψει τα σχέδιά σου, να σου χαλάσει την ησυχία, να σου περιπλέξει τη ζωή και τη δουλειά, ... κι όλα αυτά χωρίς κακία, χωρίς τύψη και χωρίς λόγο. Βλακωδώς». Και επειδή είναι απίθανο να νικήσουμε κάποτε τη βλακεία, μας μένει απλώς να τη γελοιοποιούμε διαρκώς. Είναι μια κάποια εκδίκηση.

ΥΣ: Αγαπητοί λογοκλόποι, με την κλοπή της προσπάθειας των άλλων απλώς γίνεστε αντικείμενο χλευασμού και περιφρόνησης. Έτσι κι αλλιώς, αυτό που λέγεται δημιουργικότητα είναι αδύνατο να το κατανοήσετε και πολύ περισσότερο... να το αγγίξετε ποτέ!!!

*Ο κ. Ζάχος πιστεύει ότι η καλή εφημερίδα της Ζακύνθου 
αποκλείεται να δημοσιεύσει το συγκεκριμένο άρθρο, έστω και με το όνομα άλλου!




Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2014

Τώρα είσαι φοιτητής! Ε, και;

«Μακριά κι αγαπημένοι»! Λατρεύω τη συγκεκριμένη ρήση, όσο τίποτε άλλο, αυτή την περίοδο. Δηλαδή, για να καταλάβετε, αν υπήρχε τέτοια ανάρτηση στο "fb", θα έμπαινα ολημερίς, ολαπογευματίς και ολονυχτίς και θα την τάραζα στο «like». Τόσο πολύ. 
Θα σκέφτεστε τι με έπιασε και πάλι, για μια ακόμα φορά. Τίποτε ιδιαίτερο. Τα γνωστά. Χιλιάδες νέοι κατάφεραν -κάποιοι μετά κόπων και βασάνων, άλλοι τελείως αβασάνιστα- να εισαχθούν στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Με λίγα λόγια, είναι πλέον φοιτητές. Αυτό είναι πολύ καλό πράγμα. Και γι αυτούς και για μένα. Σκέφτομαι: «Ωραία, έφυγαν και ΚΥΡΙΩΣ θα με αφήσουν στην ησυχία μου, για να ασχοληθώ με την επόμενη φουρνιά»! 
Ουτοπικό. Δεν περνάει καλά καλά μια εβδομάδα φοιτητικής ζωής και τσουουουπ… πάρτους πίσω στη γενέτειρα. Τα παιδιά μπορεί να επιθύμησαν τα χάδια της μαμάς, τα κεφτεδάκια της γιαγιάς, την πίτα της κουμπάρας από το χωριό ή έστω τον εξαιρετικής ποιότητας και γεύσης φραπέ που προσφέρουν οι εκατοντάδες, εκπληκτικής πρωτοτυπίας, καφετέριες της "coffee city" στην οποία ζούμε. Αυτό από μόνο του δε θα με ενοχλούσε. Καθόλου. Με ενοχλεί ότι η επιστροφή τους περιλαμβάνει και επίσκεψη στον πρώην καθηγητή τους. Δηλαδή, σε εμένα. 
Ούτε κι αυτό από μόνο του θα με πείραζε. Το να με επισκεφτεί κάποιος από τα παλιά δεν είναι ιδιαίτερα βδελυρό. Ο άνθρωπος μπορεί να θέλει να μου ανακοινώσει τα κατορθώματά του. Να μου μιλήσει για τις ακαδημαϊκές επιτυχίες του. Να μου εκμυστηρευτεί ότι είναι υποψήφιος για Nobel. Αλλά το να έρχεται μόνο και μόνο για να μου πει ότι είναι φοιτητής (αυτός και άλλοι τετρακόσιες χιλιάδες, χωρίς τους αιωνίους), ότι έφυγε για πέντε μέρες και του έλλειψε το φροντιστήριο,ο φραπέ(ς), οι παλιόφιλοι (όχι αναγκαστικά παλιοχαρακτήρες), τα παλιοστέκια (ισχύει η προηγούμενη παρατήρηση), ε αυτό είναι… βδελυρό. Μα πέντε μέρες ήταν βρε άνθρωπε, όχι πέντε αιώνες.
Και τότε σκέφτομαι: «άλλη μια θέση στο πανεπιστήμιο κατασπαταλημένη»! Ναι, σπαταλημένη και μάλιστα «κατα». "Βοήθησα κι εγώ να περάσει... "αυτό" στο πανεπιστήμιο; Σίγουρα θα πάω στην κόλαση"! 
Δεν έχουν καταλάβει το παραμικρό. Δεν έχουν καταλάβει τι σημαίνει να είσαι φοιτητής, τι σημαίνει πανεπιστήμιο, τίποτα. Φεύγουν για να σπουδάσουν, για να ανοίξουν τους ορίζοντές τους, για να γνωρίσουν νέες νοοτροπίες και τελικά το μόνο που κάνουν είναι να σβήνουν μέρες για να επιστρέψουν στα παλιά και δεδομένα. Τι να πω; Πιο "ακίνητοι" κι από άγαλμα. Ακόμα κι όταν βρίσκονται στην πόλη των σπουδών τους έρχονται σε επαφή με άτομα που γνώριζαν από παλιά. Καθετί καινούριο το φοβούνται, το απεχθάνονται, το αποφεύγουν. Κι όχι μόνο. Το χαίρονται κιόλας. Συναναστρέφονται με τους ίδιους και τους ίδιους και να τα check in, και να οι selfies και να η χαρά να τρέχει από τα μπατζάκια. 
Αηδία. Μα γι αυτό έγινες φοιτητής βρε άνθρωπε; Βάλε την γκλάβα σου να δουλέψει έστω και στο ελάχιστο. Φοιτητής έγινες για να αποκτήσεις εφόδια που θα σου εξασφαλίσουν ένα υπέροχο μέλλον. Αν βέβαια, πέρασες σε μια σχολή του κ@#ου, δεν πρόκειται να αποκτήσεις τίποτα και ποτέ. Οπότε μήπως να στρώσεις τον κ@#ο σου και να προσπαθήσεις πάλι για κάτι καλύτερο; Φοιτητής έγινες για να ανοίξεις τους ορίζοντές σου. Κι αυτοί δε θα ανοίξουν αν συνεχίσεις την παρέα με όσους γνώριζες από παλιά. Αυτοί ό,τι είχαν να σου δώσουν, σου το έδωσαν. Οπότε δεν ανοίγεις τα στραβά σου να βρεις κάτι καινούριο, πιο αξιόλογο, πιο ανατρεπτικό, πιο εποικοδομητικό, πιο… φευγάτο; Φοιτητής έγινες για να καταλάβεις τι θα απαιτήσει -καλύτερα τι ήδη απαιτεί- η ζωή από σένα. Για να συνειδητοποιήσεις ότι όλα γύρω σου θα τρέχουν (ακόμα και οι καθηγητές σου) χωρίς να περιμένουν πότε θα το καταλάβεις εσύ, πότε θα προσαρμοστείς εσύ, πότε θα ξεκουνηθείς εσύ, με απλά λόγια, πότε θα ξυπνήσεις από τον ύπνο της καλοπέρασης. Φοιτητής έγινες για να ανεξαρτητοποιηθείς. Να δεις μέχρι πού φτάνεις, να εντοπίσεις τα όριά σου, να οργανώσεις τη ζωή σου, να ξεφύγεις από το «προδέρμ» στο οποίο έχεις εθιστεί. Όλα τα άλλα είναι μπούρδες και χάσιμο χρόνου. Και χρήματος βέβαια. Φοιτητής έγινες για να κυνηγήσεις τα όνειρά σου. Έγινες για να επαναστατήσεις, να αμφισβητήσεις, να αναθεωρήσεις, να έρθεις σε ρήξη με καθετί που σε κρατάει όμηρο της στασιμότητας. Φοιτητής έγινες για να κοιτάς μπροστά κι όχι για να μένεις πίσω. Φοιτητής έγινες για να δοκιμάσεις καινούρια πράγματα, για να αποκτήσεις εμπειρίες αυτονομίας, οργάνωσης, προσπάθειας. 
Φοιτητής δεν έγινες για να ξεκουραστείς. Δεν έγινες για να διασκεδάζεις. Δεν έγινες για να χάνεις το χρόνο σου με άτομα που τα έχουν χαμένα. Δεν έγινες για να διαιωνίσεις έναν τρόπο ζωής και σκέψης που είναι βουτηγμένοι στο συντηρητισμό. Γιατί, αν γι αυτά τα τελευταία έγινες φοιτητής, άστα να πάνε. Και σε λίγο δε θα είναι μόνο ο Χαράλαμπος που θα τα κλαίει. Θα είναι κι ο καημένος ο γονιός που θα κλαίει με μαύρο δάκρυ τα χρήματα που σπατάλησε για σένα. Θα είσαι κι εσύ, για τις χαμένες ευκαιρίες, ευκαιρίες που δε θα βρεις ποτέ ξανά. Κι όταν θα φτάσεις στα σαράντα+, θα περιφέρεις τις αποτυχίες σου λέγοντας: "Ξέρεις πόσα πράγματα ΘΑ μπορούσα να έχω κάνει εγώ, αλλά...". Αλλά θα φταίει το σύστημα!
Πολλοί πέρασαν φέτος στο πανεπιστήμιο. Λίγοι ξέρουν και γιατί. Ε, με αυτούς δεν έχω κανένα πρόβλημα να ξαναβρεθώ. Άλλωστε είναι ελάχιστοι.

*Ο κ. Ζάχος δυσφορεί με νέους ανθρώπους
που ζουν(;) μια ζωή χαμένων ευκαιριών

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2014

Τι θέλει να πει ο... πρωθυπουργός;

Επειδή, πιθανότατα, με το έργο του αδυνατεί, ο πρωθυπουργός προσπάθησε να στείλει μηνύματα για το μέλλον της χώρας με άρθρο του στην εφημερίδα «Καθημερινή». Η αισιοδοξία του τρέχει από τα μπατζάκια, από τα μανίκια ακόμα κι από μια εσωτερική τσέπη του σακακιού του είδα  λίγη να τρέχει. Λόγια τόσο γλυκά όσο κι ένα Συριανό λουκούμι. Πολύ γλυκό αλλά η γλύκα του κρατάει λίγο.
Ωραία αυτά που λέει αλλά για όσους δεν κατοικούν στη Ελλάδα. Γιατί αν κάποιος ζει στην Ελλάδα και διαβάσει τα όσα γράφει ο πρωθυπουργός, αρχίζει να νιώθει ζαλάδες, αναγούλες και κυρίως σύγχυση. Αρχίζει να αισθάνεται κάπως σαν... «Βρε μήπως είμαι τελείως βλαμμένος και δεν καταλαβαίνω τι μου γίνεται;», «μήπως έχω περιέλθει σε κατάσταση άνοιας και έχω χάσει κάθε επαφή με την εξέλιξη που συντελείται γύρω μου;».
Αλήθεια, όμως, πρέπει να αισθάνεται κανείς τέτοια παλιοπράγματα ή μήπως βλαμμένος είναι εκείνος που διαβάζει όλα αυτά και χαίρεται; Το δεύτερο με σιγουριά. Μια απλοϊκή ανάλυση βασικών σημείων του κειμένου είναι αρκετή και επιβεβαιωτική.

Ξεκινάει το άρθρο του ο πρωθυπουργός: «Η Ελλάδα θα προχωρήσει μπροστά. Πίσω δεν υπάρχει! Κανείς δεν το θέλει, κανείς δεν το αντέχει. Και εμείς δε θα το επιτρέψουμε...».
Πολύ καλό και δυνατό ξεκίνημα αλλά αν ο πρωθυπουργός κατέβαινε στους δρόμους ή αν σήκωνε το τηλέφωνο ή αν έστω έμπαινε στο FB άλλα θα έβλεπε, θα άκουγε και τελικά θα καταλάβαινε. Μα τα λένε αυτά, καλέ μου, στους πολίτες(;) καλύτερα κατοίκους μιας χώρας που θυμίζει ταινία επιστημονικής φαντασίας με τόσα άλματα προς τα πίσω που έχει κάνει; Κοντεύουμε να γίνουμε αντικείμενο μελέτης επιστημόνων που ασχολούνται με το χρόνο και τη δυνατότητα να ταξιδεύουμε σε αυτόν κι εσύ δεν πήρες πρέφα; Εδώ ήδη η παγκόσμια και (αν υφίσταται) η πανσυμπαντική κοινότητα πιστεύει ότι έχουμε εφεύρει τη «μηχανή του χρόνου» και ότι απλώς δε θέσαμε σωστές παραμέτρους στην προσπάθειά μας να μετακινηθούμε στο χωροχρόνο κι εσύ λες ότι «πίσω δεν υπάρχει»! Μωρέ υπάρχει και παραϋπάρχει και μπορείς να το τσεκάρεις ρωτώντας τη γιαγιά στη λαϊκή, το γονιό που δυσκολεύεται να προσφέρει στα παιδιά του τα εφόδια που χρειάζονται, στον παππού που περιμένει στα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων ή ακόμα καλύτερα εκείνους που ταξιδεύουν στα Σκόπια, τη Βουλγαρία, την Τσετσενία ή όπου αλλού για να φτιάξουν τα δόντια τους ή να αγοράσουν τα αναγκαία από Σούπερ Μάρκετ των... αναπτυγμένων αυτών περιοχών.

Και συνεχίζει ο καλός μας: «Η Ελλάδα βρίσκεται πολύ κοντά στην έξοδο από την κρίση και τη μνημονιακή εποχή... Πιάσαμε τους στόχους μας νωρίτερα από το Πρόγραμμα! Βγήκαμε στις αγορές νωρίτερα. Δεν χρειαζόμαστε άλλα χρήματα, ούτε άλλο Μνημόνιο. Η ανάκαμψη ξεκίνησε και η ανεργία άρχισε να υποχωρεί. Όλοι αναγνωρίζουν πια την επιτυχία της χώρας».
«Όλοι» εκτός από τους κατοίκους της. Δεν ξέρω ποιος μπορεί να χαρεί με όλα αυτά! «Πιάσαμε τους στόχους»; Και, δηλαδή, ποιοι ήταν αυτοί οι «στόχους» για να έχουμε καλό ’ρώτημα; «Στόχους» ήταν να ξεπαστρέψουμε τα τελευταία καλά μυαλά που είχαν απομείνει διώχνοντάς τα σε άλλη γη σε άλλα μέρη; «Στόχους» ήταν να μειωθεί το εισόδημα και η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων σε επίπεδα μισού και βάλε αιώνα πριν; «Στόχους» ήταν να ξυπνάμε το πρωί και να αναρωτιόμαστε τι καινούριο φόρο ανακάλυψε το κυβερνητικό επιτελείο; Κι αυτό το «δε χρειαζόμαστε άλλα χρήματα», «στόχους» ήταν κι αυτό; Γιατί τουλάχιστον αυτό πράγματι το πετύχαμε. Η πλειονότητα των Ελλήνων αρχίζει και εθίζεται στο να ζει(;) χωρίς χρήματα. Με απλά λόγια, απλώς δε θέλω να πω τι... "πιάσαμε"!
Αμ αυτή η «ανάκαμψη» και η «μείωση της ανεργίας»; Μα που συχνάζει ο πρωθυπουργός και τις είδε; Όχι να μας το πει για να πάμε κι εμείς να τις γνωρίσουμε από κοντά. Δε λέμε όχι σε νέες γνωριμίες. Γιατί ο μέσος Έλληνας δεν έχει την τύχη να γνωρίζει ούτε ανάκαμψη ούτε μείωση της ανεργίας κι όχι γιατί είναι... αντικοινωνικός.

Και συνεχίζει: «Υπάρχουν, βέβαια, και κάποιοι που εύχονταν την αποτυχία της και τώρα ανησυχούν τι θα απογίνουν χωρίς... Μνημόνιο. Κι ίσως γι’ αυτό προσπαθούν να εκτροχιάσουν την κυβέρνηση, να υπονομεύσουν την πολιτική σταθερότητα. Να μας επιστρέψουν πίσω στην κρίση που τώρα ξεπερνάμε».
Να και οι αγωνίες για τους υπονομευτές. Ένα δίκιο, βέβαια, το έχει εδώ. Γιατί υπάρχουν πράγματι εκείνοι που επενδύουν στην κρίση επιδιώκοντας την αναρρίχησή τους στην εξουσία. Τι πιο εύκολο από το να δίνει κανείς υποσχέσεις σε μια μάζα που αγωνιά για τα βασικά; Και τι πιο ανησυχητικό από το ότι η συγκεκριμένη μάζα τους πιστεύει! Αλλά τι είχαμε, τι χάσαμε. Ζήσαμε τα χάλια. Ας ζήσουμε και τα χειρότερα.

Λίγο πιο κάτω όμως, η συνταγή χαλάει: «Δική μας πολιτική είναι να διανύσουμε τα τελευταία βήματα ως την «οριστική επαναφορά» της Ελλάδας στην ομαλότητα και στην ανάπτυξη».
Μα τώρα τι είναι αυτά; Παιδιά είμαστε και κοροϊδευόμαστε; Τι ήταν αυτό το «οριστική επαναφορά»; Λίγο πριν δεν έγραφε για το ότι «πίσω δεν υπάρχει»; Τι είναι επιτέλους αυτή η «επαναφορά»; Δεν είναι επιστροφή σε μια προϋπάρχουσα κατάσταση; Δηλαδή, όταν ακούμε ότι «τον επανέφεραν στη ζωή», τι καταλαβαίνουμε; Ότι τον οδήγησαν με δόξες και τιμές στον... ακατονόμαστο; Α όχι! Από έναν πρωθυπουργό περιμένουμε τουλάχιστον να ακριβολογεί. Περιμένουμε κι άλλα, βέβαια, αλλά ας βολευτούμε στα τυπικά.

Μόνο κρύος ιδρώτας με πιάνει από τα επόμενα: «Να μην αφήσουμε κανένα και τίποτε να καταστρέψει όσα οι Έλληνες έχτισαν με τις θυσίες τους».
«Έχτισαν»; Μα πού το είδε αυτό; Χτίζουν στο Ντουμπάι, στη Σαουδική Αραβία, στην Κίνα, στο Αφγανιστάν ακόμα και στην Αλβανία χτίζουν αλλά εδώ; Χτίζει κανείς σήμερα; Από πότε έχει να κυκλοφορήσει σε δρόμους και μάλιστα κεντρικότατους; Τι βλέπει; Επίκαιρα της δεκαετίας του ’70 βλέπει; Δεν έχει πάρει μυρωδιά το πόσα μαγαζιά ρημάζουν αδειανά; Το πόσα μαγαζιά το γύρισαν στο «βαράμε μύγες» μέχρι να κλείσουν κι αυτά οριστικά; Γιατί κάτι άλλο από αυτό προσωπικά δε βλέπω, αν και έχω όλη την καλή διάθεση.

Έχει και καλύτερο: «Όλα αυτά δεν τα «υποσχόμαστε». Είμαστε πολύ κοντά να τα πετύχουμε. Τα βεβαιώνουν αριθμοί και τα επιβεβαιώνουν οι αγορές».
Φέξε μου και γλίστρησα. Μα οι αγορές δεν ήταν που μας οδήγησαν -κι όχι μόνο εμάς- εδώ που είμαστε; Οι αγορές δεν ήταν που δεν κατάλαβαν γρι από όσα συνέβαιναν και όσα επρόκειτο να συμβούν; Αποφάσεις οικονομικών επιτελείων εταιρειών και κρατών δε μας οδήγησαν στην καταστροφή, στην κρίση, στη φτώχεια, στην απόγνωση, στην οργή... Και τώρα έρχεται ο πρωθυπουργός να μας πει τι; Και ποιοι «αριθμοί» είναι επιτέλους αυτοί; Οι αριθμοί των πτωχεύσεων, των αυτοκτονιών, των ποσοστών των ανθρώπων που ζουν κάτω από ή στα όρια της φτώχειας... Ποιοι;

Το κλείσιμο είναι πολύ κατώτερο των προσδοκιών. Κλείνει περίπου όπως ξεκίνησε: «Η Ελλάδα θα προχωρήσει μπροστά. Πίσω δεν υπάρχει! Κανείς δεν το θέλει, κανείς δεν το αντέχει. Και εμείς δε θα το  επιτρέψουμε».

Μμμμ! Αυτό περιμέναμε; Όχι βέβαια! Όσα προηγήθηκαν μας έδωσαν δύναμη, κουράγιο να συνεχίσουμε, αισιοδοξία για το μέλλον. Ως λαός νιώσαμε βαθιά υπερηφάνεια, άξιοι απόγονοι του «ενοίκου» του τάφου της Αμφίπολης. Δηλαδή, πείραζε ένα και δύο: «Ζήτω η Ελλάδα, ζήτω το έθνος»; Να ξεσηκωθούμε λίγο βρε αδερφέ!


Κυριακή 3 Αυγούστου 2014

Γιατί μόνο μία ακόμα Αρχιτεκτονική;

Από τη χώρα μας λείπουν πολλά. Η αξιοκρατία, το μέτρο, η παιδεία, η αισθητική, η διάθεση για συνεργασία, ο αλτρουισμός, η οργάνωση. Τελικά λείπουν πάρα πολλά. Αυτό θα μπορούσε να μας κάνει απαισιόδοξους. Θα μπορούσε αλλά αδυνατεί. Κι αυτό συμβαίνει, επειδή έχουμε συνειδητοποιήσει ένα πράγμα. Έχουμε καταλάβει ότι υπάρχουν εκείνοι που αγωνιούν γι αυτές αλλά και άλλες ελλείψεις μας και αγωνίζονται για την κάλυψή τους. Και τα πρόσωπα αυτά είναι οι πολιτικοί ή τουλάχιστον ορισμένοι από αυτούς.
Αδιαμφισβήτητο παράδειγμα η συνειδητοποίηση από το υπουργείο Παιδείας μας ότι μας λείπει κάτι ακόμα. Και το ανακάλυψε, πριν καν εμείς, οι απλοί πολίτες, νιώσουμε τη συγκεκριμένη έλλειψη. Και τι ήταν αυτό που έλειπε από μια χώρα βουτηγμένη στην κρίση και την παρακμή; 
Μα μια ακόμα σχολή Αρχιτεκτονικής! 
Πώς μπορεί να μην καμαρώνουμε; Οι κακεντρεχείς, που δε λείπουν από πουθενά, θα πουν: «Σιγά την έλλειψη». Ναι αλλά θα βρεθώ εγώ, ο επίσης απλός πολίτης, και θα τους απαντήσω: «Βρε ανόητα, γι αυτό εσείς είστε εκεί που είστε και ο υπουργός είναι... υπουργός». Αυτός άλλωστε δεν είναι ο ρόλος των υπουργών και των πολιτικών εν γένει; Να σκέφτονται πριν από μας για εμάς. 
Πώς, βρε, μια χώρα δέκα εκατομμυρίων ανθρώπων -που μειώνονται διαρκώς- να οδηγηθεί στην επιθυμητή ανάπτυξη διαθέτοντας μόνο έξι όλες κι όλες Αρχιτεκτονικές; Μπορεί; Όχι βέβαια. Η χώρα είχε βαλτώσει ακριβώς γι αυτό. Τώρα, με εφτά Αρχιτεκτονικές πλέον ο δρόμος της ανάπτυξης ανοίγει διάπλατα. Γίνεται λεωφόρος. Άλλοι διακόσιοι αρχιτέκτονες κάθε χρόνο στην αγορά λύνουν το πρόβλημα. Το φτωχό μυαλό του μέσου Έλληνα είναι σαφές ότι αδυνατεί να αντιληφθεί τις προοπτικές που διανοίγονται αλλά γι αυτό είμαι πάλι εγώ εδώ και προσπαθώ να διευκρινίσω το βαθυστόχαστο σκεπτικό. Νιώθω την υποχρέωση να το κάνω, γιατί οι φαρμακόγλωσσες θα μιλήσουν για ψηφοθηρία και για λαϊκισμό και για άσκοπες σπατάλες και για άλλα τέτοια που καμιά σχέση, κατά την ταπεινή γνώμη μου, έχουν με την πολιτική ζωή της χώρας μας. 
Κλαιγόμαστε για την κρίση, τα βάζουμε με θεούς και δαίμονες για την κατάντια μας, καταδικάζουμε συλλήβδην τους πολιτικούς για τη χρεοκοπία μας. Και βέβαια, ισχυριζόμαστε ότι επιθυμούμε την ανάπτυξη. Ωραία. Και πώς βρε κουτά θα οδηγηθούμε σε αυτήν; Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για την έξοδο από την κρίση; Ελάτε, δεν είναι δύσκολο. Βασική προτεραιότητα για την ανάκαμψη είναι, τι άλλο, ο σχεδιασμός! Υπόδειγμα λογικής σκέψης. Απίθανη κάθε αντίρρηση. Και ποιος βρε ανόητα ζωντόβολα μπορεί να αναλάβει την ευθύνη του σχεδιασμού; Ποιος μπορεί να σχεδιάσει καλύτερα από έναν αρχιτέκτονα; 
Τόσο απλό. Φτάσαμε ήδη στην ουσία της υπουργικής σκέψης. Αφού οι αρχιτέκτονες μπορούν να σχεδιάζουν καλύτερα από τον καθένα, χρειαζόμαστε μερικούς ακόμα τέτοιους. Και πού θα τους βρούμε; Εισαγωγή θα κάνουμε; Τις είδαμε κι αυτές. Κάτι Renzo Piano και Santiago Calatrava που φέραμε, τι έκαναν; Κάτι εργάκια, γεμάτα πρωτοπορία και καινοτομία, όλο πόζα και ιδέα. Οπότε θα τους δημιουργήσουμε μόνοι μας. Και πώς θα το πετύχουμε αυτό; Μα με την ίδρυση μιας ακόμα Αρχιτεκτονικής στα Γιάννενα. Τι έχετε να πείτε τώρα κακεντρεχείς και μικροπρεπείς; Μάλλον το παραμικρό. Έτσι είναι η ανάπτυξη. Απαιτεί μεγαλόπνοη σκέψη και αποφασιστικότητα. 
Θα μπορούσα να είμαι ήσυχος πια αλλά η αθλιότητα του μέσου Έλληνα δε με αφήνει. Θα βρεθούν, και τώρα, εκείνοι που θα προσπαθήσουν να υποτιμήσουν, να ειρωνευτούν και να αποδομήσουν το σκεπτικό. Εκείνοι που θα μιλήσουν για απόφαση που επαναπροσδιορίζει την έννοια της βλακείας, της ανοησίας και του λαϊκισμού μαζί. Συνηθισμένοι είμαστε από αυτά. Από μικρότητες που μας κρατούν πίσω, άλλο τίποτα. Θα πουν κάποιοι ότι δε μας χρειάζονταν άλλοι αρχιτέκτονες. Ότι ήδη διαθέτουμε πολλούς. Ότι αυτοί οι πολλοί αρχιτέκτονες βιώνουν την ανεργία, δεν έχουν αντικείμενο ενασχόλησης. Δείχνει λογικό αλλά δεν είναι. Αν ήταν, ήδη θα είχαμε εντοπίσει το δρόμο της ανάκαμψης. Συμβαίνει; Όχι βέβαια! Και τι δείχνει αυτό; Ότι το αρχιτεκτονικό δυναμικό της χώρας δεν επαρκεί. Και άρα πού καταλήγουμε πάλι; Φυσικά στην ανάγκη παραγωγής μερικών εκατοντάδων ακόμα αρχιτεκτόνων. 
Και δεν αντέχω πια την γκρίνια. Αν θέλουμε ανάπτυξη, είναι ανάγκη να επενδύσουμε σε αυτήν. Τα γούστα πληρώνονται. Ας δούμε την απόφαση με ανοιχτό πνεύμα. Μπορεί με τη συγκεκριμένη απόφαση να φορτωνόμαστε μερικά ακόμα οικονομικά βάρη ως βαρυγκωμούντες φορολογούμενοι αλλά τι σημαίνει αυτό μπροστά στην ανάπτυξη που θα φέρει. 
Απλώς σκέφτομαι: «Γιατί μόνο ΜΙΑ ακόμα Αρχιτεκτονική;».


Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

Check in

Μεγάλη ανακάλυψη αυτό το facebook. Εντάξει, εφεύρεση είναι αλλά στο χωριό μου όλα ως ανακαλύψεις λογίζονται. Το αυτοκίνητο, o freddo cappuccino, το κινητό τηλέφωνο, το εμβόλιο για την ιλαρά, το espressάκι... όλα τα επιτεύγματα. Λες και ο Θεός (μάλλον αυτός) κάπου τα έχει κρυμμένα όλα αυτά και το ανθρώπινο γένος απλώς τα ξετρυπώνει σταδιακά. Διαόλου κάλτσα αυτό το ανθρώπινο γένος. Ανακάλυψη ή εφεύρεση καμιά σημασία έχει, γιατί το facebook είναι μεγάλο πράγμα, έτσι κι αλλιώς. 
Και νομίζω ότι ελάχιστοι θα διαφωνήσουν με την άποψη. Μέχρι εδώ όλα καλά. Θεωρώ το fb μεγαλειώδη «ανακάλυψη», επειδή δίνει εύκολα ταυτότητα στο χρήστη του. Πλέον, δεν είναι αναγκαίο να παρατηρούμε κάποιον για μεγάλο διάστημα σε στιγμές χαράς, θλίψης, πίεσης, ανεμελιάς, για να αντιληφθούμε την ποιότητά του. Αυτό ανήκει στο παρελθόν. Στη μετά fb εποχή κάτι τέτοιο απαιτεί δυο πράγματα: ελάχιστο χρόνο και... πρόσβαση στο internet. Μια γρήγορη περιήγηση στο fb ενός ατόμου δίνει όλες τις απαντήσεις. Το fb είναι ο καθρέφτης του χρήστη του. Για κάποιους είναι το ξεμπρόστιασμά τους. 
Η αίσθηση ότι το fb αποτελεί κάτι σαν προσωπικό ημερολόγιο, απελευθερώνει(;) το χρήστη του. Ναι αλλά το ημερολόγιο του παρελθόντος διέθετε κλειδαριά και συνήθως ήταν καταχωνιασμένο κάπου, μακριά από αδιάκριτα βλέμματα. Το fb είναι συνήθως πιο... δημόσιο. Φωτογραφίες, check in, σχόλια και άλλες αναρτήσεις δεν αφήνουν πολλά περιθώρια για λάθος εκτιμήσεις. Η αισθητική του καθενός σε κοινή θέα. Και δυστυχώς, επειδή ζούμε ακόμα τη φάση προσαρμογής στη νέα ψηφιακή πραγματικότητα, το fb γίνεται παγίδα για αρκετούς. Πιτσιρικάδες, έφηβοι αλλά -πόσο γραφικό- και άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας χάνουν κάθε μέτρο. 
Προσωπικές φωτογραφίες από την πρωινή, τη μεσημεριανή ή τη βραδινή έξοδο, από την παραλία, από το πάρτι, από την εκκλησία, από την εκδρομή, από τη συναγωγή... κατακλύζουν το ψηφιακό σύμπαν. Ό,τι, στο παρελθόν, έκανε το κάθε τηλεοπτικό σαχλοκούδουνο στα περιοδικά, τώρα μπορεί να γίνεται από τον καθένα. Δυστυχώς. Φωτογραφίες αποκαλυπτικές, ερωτιάρικες, ρομαντικές, με πόζες όλο νάζι (αυτές με το πόδι σηκωμένο σαν σκυλί, με το πόδι λυγισμένο με χάρη κτλ). 
Και βέβαια τα σχόλια! Αχ και βαχ! «Κούκλααααα!», «κορμάρα μουουου!», «αγάπη μου!», «αγορίνα μου!», «καλέ τι παιδί είναι αυτοοό!». Σχόλια πιο βλαμμένα και από τις βλαμμένες φωτογραφίες, τις οποίες... σχολιάζουν. Πιστεύω ότι ακόμα και αν, με κάποιο τρόπο, ο Κουασιμόδος ο ίδιος αναρτούσε φωτογραφία του ή έκανε «check in» από το κωδωνοστάσιο της Παναγίας των Παρισίων, θα μάζευε το χαμό από «like» και σχόλια του στιλ «τι λεβέντης και καραμπουζουκλής είναι αυτός καλεεεεέ» και «Παναγιά μου, τι κορμοστασιά είναι αυτηηηή». Καταντάει γελοίο. Κι επειδή οι περισσότεροι διαθέτουν έναν κάποιο ναρκισσισμό σε συνδυασμό με ανοησία σε μεγάλες δόσεις, παρασύρονται εύκολα από κάθε κολακευτικό σχόλιο, όσο γελοίο κι αν είναι αυτό. Κάθε επόμενη ανάρτηση, λοιπόν, είναι και πιο... Πώς να το πω τώρα; Απομακρύνεται από το μέτρο και την αισθητική. Κάποιοι μάλιστα έχοντας χάσει κάθε όριο κάνουν και το άλλο. «Ανεβάζουν» μια προσωπική φωτογραφία ή κάνουν «check in» από κάπου και πατάνε «like» μόνοι τους σε αυτό που ανάρτησαν. Πολύ σοφό! Δηλαδή, τι λένε μ’ αυτό; «Καλέ, πόσο μου αρέσω» λένε; 
Κι αυτά τα «check in» τι εφεύρεση; Σε τι εξυπηρετούν; Τι ανάγκες καλύπτουν; Τι φοβούνται όλοι αυτοί; Φοβούνται μη και θεωρηθούν αγνοούμενοι; Μη χειρότερα. Άντε και θεωρηθούν. Χάθηκε ο Ερυθρός Σταυρός, χάθηκε το silver alert; Άμα λείψουν σε κάποιον, δε θα ψάξει να τους βρει; Αλλά αυτό φοβούνται. Ότι σε κανέναν δεν πρόκειται να λείψουν. Μα μπορεί να διασκεδάζει κάποιος, να του κόβεται η ανάσα από ένα τοπίο, να βρίσκεται δίπλα σε γοητευτικούς ανθρώπους και το μόνο που επιθυμεί εκείνη τη στιγμή είναι να κάνει... «check in»; Πόσο ζωντόβολο πρέπει να είναι κανείς για να διακόπτει μια στιγμή ευχαρίστησης για τέτοιες μπούρδες; Και η προσωπική ζωή βρε παιδιά; Καμιά ανάγκη για οτιδήποτε αποκλειστικό; Φτάνω σε σημείο να σκέφτομαι ότι τα συγκεκριμένα άτομα ακόμα και μπροστά σε κάμερες ασφαλείας τραπεζών, πολυκαταστημάτων, οδών, ποζάρουν και χαμογελούν βλακωδώς, μπας και μαζέψουν κανένα «like». 
Στέλεχος της Google, πριν λίγα χρόνια, δήλωνε ότι αρκετοί νέοι, στο άμεσο μέλλον, θα αναγκαστούν να αλλάξουν ταυτότητα για να απαλλαγούν από το κακό ψηφιακό παρελθόν τους. Ήδη υπάρχουν εταιρείες που αναλαμβάνουν, έναντι υψηλής αμοιβής, να σβήσουν το ψηφιακό παρελθόν των πελατών τους. Μια βλαμμένη φωτογραφία στο fb, ένα βλακώδες σχόλιο, μια ηλίθια ανάρτηση έχουν γίνει ήδη αιτίες απόρριψης ανθρώπων από μια καλοπληρωμένη θέση. Πλέον η ψηφιακή ζωή ενός ατόμου αποτελεί το βιογραφικό του. 
Η νέα γενιά πρέπει να καταλάβει κάτι απλό: εκείνος που πράγματι διασκεδάζει, γοητεύεται από κάτι, ζει συγκλονιστικές εμπειρίες, δε νιώθει την ανάγκη και δε σπαταλάει χρόνο για «check in». Απλώς απολαμβάνει τη στιγμή. Το «check in» είναι χάσιμο χρόνου.  

Ο κ. Ζάχος θα ήθελε να σχολιάζει κάθε check in και φωτογραφία που 
βλέπει στο fb αλλά κάποιοι του είπαν ότι τα σχόλιά του είναι 
πολύ ρεαλιστικά για να γίνονται αποδεκτά




Κυριακή 13 Ιουλίου 2014

«Στο ΤΕΙ Λογιστικής Λάρισας με 18600+ μόρια;»

Η έκφραση του προσώπου του τα έλεγε όλα. Η προσπάθεια να αναπνεύσει επιβεβαίωνε την κατάσταση. Οι σταγόνες ιδρώτα που κυλούσαν στο μέτωπό του πρόσθεταν κάποιες ακόμα πινελιές στο δράμα. Τα ορθάνοιχτα μάτια του επιβεβαίωναν τον τρόμο που ζούσε. Ο τελειόφοιτος που είχα απέναντί μου ικέτευε με το ύφος του (λέξεις δεν έβγαιναν, παρά την προσπάθειά του) να τον σώσω από την απειλή και να τον απαλλάξω από τον τρόμο που τον είχε κυριεύσει... Είχα την αίσθηση ότι τον καταδίωκαν ο Μανιακός Δολοφόνος με το πριόνι ένα, τρία και δώδεκα μαζί, έχοντας τη συνδρομή του Τζακ του Αντεροβγάλτη και του "Ποιμένα", τον οποίο πρόσφατα διάβασα κατατάσσοντάς το στα χειρότερα αστυνομικά αναγνώσματα που γράφτηκαν ποτέ...
Ήταν ελάχιστα μόνο λεπτά πριν το κλείσιμο του φροντιστηρίου για τις θερινές διακοπές. Λίγο πριν είχαμε ξεμπερδέψει με τα τελευταία ραντεβού με γονείς που ήθελαν να ενημερωθούν και μαθητές που οριστικοποιούσαν το μηχανογραφικό τους. Η Άντα (το συνεταιράκι) κι εγώ, παραδόξως, είχαμε καταληφθεί από αυτό που περιγράφεται ως κατάσταση «ένθεης μανίας και έξαλλου ενθουσιασμού». «Παραδόξως» γιατί κανονικά(;;;) θα έπρεπε να είμαστε θλιμμένοι. Για αρκετό καιρό δεν θα έχουμε την... ευχαρίστηση που προσφέρει απλόχερα η καθημερινή επαφή με τους μαθητές. Για υπολογίσιμο διάστημα θα βρισκόμαστε μακριά από την γκρίνια, το άγχος, την ανοησία, την αδιαβασιά, την έλλειψη στόχων και άλλα εξαίσια πράγματα που πηγάζουν από το ανθρώπινο είδος που επιστημονικά αποκαλείται «μαθητής».
 
Τώρα που το καλοσκέφτομαι, βέβαια, τέτοια συναισθήματα μας καταλαμβάνουν με κάθε ευκαιρία απομάκρυνσης από αυτό που λατρεύουμε(!) να κάνουμε: Να συγχρωτιζόμαστε με μαθητές. Περίεργο πράγμα αλλά έτσι είναι. Θυμάμαι κάποια στιγμή που η ΔΕΗ κατέβασε τους διακόπτες πιστεύοντας ότι με τον τρόπο αυτό θα δημιουργούσε πίεση στην κυβέρνηση. Είχαμε μάθημα και το σκοτάδι είχε ήδη απλώσει τα μαύρα φτερά του (πω πωωω, τι ωραία που γράφω!!!). Τα πάντα κυλούσαν ομαλά μέχρις ότου το σκοτάδι και τα φτερά του καλύψουν και τις αίθουσες, εξαιτίας της διαμαρτυρίας των υπαλλήλων της ΔΕΗ. Τα επόμενα δευτερόλεπτα έμοιαζαν με αγώνα ταχύτητας μεταξύ μαθητών και καθηγητών με στόχο την άμεση εγκατάλειψη του κτηρίου, αφού το μάθημα ήταν αδύνατον να συνεχιστεί. Εννοείται ότι στον συγκεκριμένο αγώνα νικητές αναδείχτηκαν οι... καθηγητές. Με διαφορά. Μάλλον διαθέταμε πιο ισχυρά κίνητρα από τους «αντιπάλους». 

Τέλος πάντων, δεν είναι ώρα να θυμάμαι τέτοιες ευτυχισμένες στιγμές. Επανέρχομαι στο θέμα. Αν τώρα εσείς δεν θυμάστε το θέμα, πρέπει να ξαναδιαβάσετε την πρώτη παράγραφο.
 
Την ώρα, λοιπόν, που όλο χαρά μαζεύαμε τα μπογαλάκια μας, συνέβη αυτό που δεν θέλαμε επουδενί να συμβεί. Η κεντρική πόρτα άνοιξε και δυστυχώς γι αυτό δεν έφταιγε ο αέρας. Υπεύθυνος ήταν ο μαθητής που τον καταδίωκαν τα τρία ή και περισσότερα κακά της μοίρας του. Μετά από κάποιο χρόνο και προσπάθειες να τον ηρεμήσουμε, μας εξομολογήθηκε τον λόγο της επίσκεψής του. Τα πράγματα ήταν χειρότερα από ό,τι είχα φανταστεί. Το παιδί ήθελε να οριστικοποιήσει το μηχανογραφικό του. Το γράφω και, ακόμα, ανατριχιάζω! 
Όταν τον ρώτησα αν χρειαζόταν κάποιες διευκρινίσεις για σχολές, έλαβα αρνητική απάντηση. Μου είπε ότι το «πρόχειρο» μηχανογραφικό ήταν ήδη έτοιμο με τη βοήθεια μάλιστα ειδικού σε θέματα επαγγελματικού προσανατολισμού και ότι το μόνο που χρειαζόταν ήταν κάποιος να πιέσει το εικονίδιο «οριστικοποίηση». Τον κοίταξα με το στοργικό ύφος που με διακρίνει, όταν απέναντί μου έχω έναν μαθητή που αντιμετωπίζει οποιοδήποτε βλαμμένο πρόβλημα. 
Τον είχα του χεριού μου. Του είπα ότι φυσικά και θα γινόταν άρθρο. Του περιέγραψα με φρικιαστικές λεπτομέρειες το συγκεκριμένο άρθρο. Τον προειδοποίησα ότι το άρθρο δεν θα αποτελούσε... ύμνο για τον ίδιο. Δεν τον ενοχλούσε τίποτα από αυτά. Το μόνο που ήθελε, διακαώς, ήταν να με έχει δίπλα του τη στιγμή της οριστικοποίησης, ώστε «να μην κάνει καμιά βλακεία σε μια τόσο σημαντική στιγμή και επιλογή της ζωής του». 
Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Μια ακόμα γενιά που γεννήθηκε ενώ ήδη οι υπολογιστές είχαν κυριαρχήσει, δεν έχει ξεφύγει από το άγχος της χρήσης αυτού του εκπληκτικού εργαλείου. Μετά από ώρες απέναντι από μια ή και περισσότερες οθόνες, πάνω από ένα πληκτρολόγιο, η πλειονότητα των εκπροσώπων αυτής της γενιάς χρειάζεται την καθοδήγηση, τη σιγουριά, την ασφάλεια που μπορεί να της δώσει μια γενιά, η οποία από τους μαθητές χαρακτηρίζεται -και σε μεγάλο βαθμό είναι- ως ψηφιακά αναλφάβητη. Η αλήθεια είναι ότι λατρεύω αυτό που γίνεται. Είναι η «εκδίκηση» της γενιάς μου. Είναι η απάντηση στις λοιδορίες της. Είναι, όμως, πάνω από όλα κάτι που πραγματικά με γοητεύει και αγαπάω. Είναι μια από εκείνες τις στιγμές που μια προηγούμενη γενιά έρχεται πολύ κοντά με μια (κατά πολύ) επόμενη. Είναι η επιβεβαίωση του ότι αυτό που ξεκινήσαμε μαζί (εγώ και οι μαθητές μου), όσο κι αν δεν πίστευαν σε αυτό το «μαζί», έπρεπε και να το τελειώσουμε μαζί. Έστω κι αν η συμβολή μου ήταν απλώς μερικές λέξεις: «Πάτα το εικονίδιο “οριστικοποίηση” και μη φοβάσαι. Απλώς σου ανοίγει μια υπέροχη νέα φάση ζωής». 

ΥΣ Κάποιοι θα αναρωτηθούν τι σχέση έχει ο τίτλος με το κείμενο. Έχει και παραέχει, γιατί κάθε παιχνίδι που κάνω με τους μαθητές μου πρώτα το δοκιμάζω στο αγαπημένο πειραματόζωό μου. Τον γιο μου! Όταν, λοιπόν, και μετά την ανακοίνωση των βαθμών, τον προέτρεψα να συμπληρώσει το μηχανογραφικό του, με κοίταξε με μια δόση ταραχής στο βλέμμα του. Βέβαια, αδυνατούσε να ομολογήσει τον φόβο του. Είναι ιδιαίτερα ευφυής για να καταλάβει ότι η προοπτική των «Ηλεκτρολόγων Μηχανικών», της σχολής που επιθυμεί, δεν ταίριαζε με το άγχος που ένιωθε απέναντι στη διαδικασία. Με αργές και μελετημένες κινήσεις άνοιξε την ηλεκτρονική σελίδα του Μηχανογραφικού. Έριξε μια ματιά στα πρώτα βήματα και με αποφασιστικότητα πάτησε το εικονίδιο της... «Ακύρωσης» ξεφυσώντας με ανακούφιση. Απλώς με κοίταξε και μου είπε: «Θα το συμπληρώσω με την Ιωάννα (υπεύθυνη προσανατολισμού του φροντιστηρίου). Τι θέλεις τώρα; Να κάνω κανένα λάθος και με 18600+ μόρια να βρεθώ στο ΤΕΙ Λογιστικής Λάρισας!!! Και δεν με νοιάζει να γίνω ένα ακόμα άρθρο!». Μου γύρισε την πλάτη και ήρεμος συνέχισε ένα παιχνίδι με τέρατα στον υπολογιστή του!




Τρίτη 17 Ιουνίου 2014

Και τώρα, τι θα πούμε στα παιδιά;

Η μετανάστευση είναι τραγικό πράγμα για το λαό μας. Έγινε ποίημα, τραγούδι και ασπρόμαυρες δραματικές ταινίες. Έχει ποτιστεί με δάκρυ, έχει ντυθεί στα μαύρα, έχει συνδεθεί με αναφιλητά και ασπασμούς και πόνο. Λογικά όλα αυτά στο παρελθόν. Τότε που ακόμα και η εσωτερική μετανάστευση από το χωριό στη μεγαλούπολη συνδεόταν με απόσταση, χρονοβόρες μετακινήσεις, δυσκολίες οποιασδήποτε επικοινωνίας.
Σήμερα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Μετανάστευση δε σημαίνει κι αποχωρισμός. Οι ευκολίες στην επικοινωνία και τη μετακίνηση, θα μπορούσαν να την έχουν απαλλάξει από οποιαδήποτε τραγικότητα. Ναι, αλλά κάτι τέτοιο δε συμβαίνει εδώ. Ο Έλληνας θέλει τον πόνο του και η μετανάστευση αποτελεί μια ακόμη πηγή γι αυτόν.
Ένας λαός που τρέφεται από τη μιζέρια είναι λογικό να πονάει κάθε φορά που ένας ακόμη νέος αποφασίζει να πάρει των ομματιών του και να την κάνει για τα ξένα. Αδυνατώ, όμως, να καταλάβω την αδράνεια του συγκεκριμένου λαού απέναντι στη μετανάστευση. Αν πράγματι όλοι αυτοί που τόσο πολύ πόνο νιώθουν εξαιτίας της φυγής των νέων προς άλλες πατρίδες, γιατί δεν κάνουν κάτι γι αυτό; Πιθανότατα η απάντηση συνδέεται με τις διανοητικές ικανότητές τους. Δυσκολία απέναντι σε οποιαδήποτε σκέψη και αδυναμία εξαγωγής ορθών συμπερασμάτων.
Κι όμως, τα πράγματα είναι απλά. Αρκεί μια λογική σειρά σκέψεων. Τι φταίει, λοιπόν, για τη μετανάστευση των νέων; Τι οδηγεί όλο και περισσότερους και καλύτερους στην αναζήτηση τύχης σε άλλη γη, σε άλλα μέρη; Μα φυσικά, φταίει η έλλειψη προοπτικής. Δουλειές με προοπτική δεν υπάρχουν και δε φαίνονται ούτε καν με το κιάλι στο μακρινό ορίζοντα. Έκλεισε κι αυτό το έρμο το Δημόσιο, όπου κάθε πικραμένος μπορούσε να βολευτεί σε βάρος των υπολοίπων. Βασικός αλλά όχι ο μόνος λόγος. Φταίει επίσης, η αναξιοκρατία, η αίσθηση αδικίας, η δημοκρατία της μετριότητας που έχει μπαστακωθεί και δε λέει να ξεκουνηθεί. Φταίει η έλλειψη αισθητικής που κυριαρχεί στην καθημερινότητά μας, η έλλειψη σεβασμού, ποιότητας, διάθεσης για ανανέωση, για οποιαδήποτε κίνηση προς τα εμπρός.
Και ποιος φταίει για όλα τα παραπάνω; Οι πολιτικοί. Εκείνοι που μας κυβέρνησαν, που μας κυβερνούν και που πρόκειται -εκτός συγκλονιστικού απροόπτου- να μας κυβερνήσουν. Κι αυτοί οι πολιτικοί φυτρώνουν από μόνοι τους; Τους φέρνει ο πελαργός; Τους στέλνει κάποιος θεός; Τίποτα από τα παραπάνω; Ορίστε και η ερώτηση πολλαπλής επιλογής. Σωστή απάντηση: «Τίποτα από τα παραπάνω». Και ποιος... φέρνει τους πολιτικούς που μας έχουν ρημάξει; Φυσικά εμείς. Τους φέρνουμε, τους ανεχόμαστε, τους αφήνουμε να ασκούν μια πολιτική που ευνοεί τη φυγή των πιο άξιων τέκνων της πατρίδας μας.
Εδώ όμως, έρχεται η δική μου αδυναμία να καταλάβω. Κι αφού εμείς είμαστε υπεύθυνοι για τους πολιτικούς, γιατί δεν κάναμε το παραμικρό για να τους αλλάξουμε στις τελευταίες δημοτικοπεριφερειακοευρωεκλογές; Στηρίξαμε όσους μας έδωσαν υποσχέσεις, όσους στηρίζουν την έλλειψη αξιολόγησης, εκείνους που θα επαναφέρουν τους μισθούς που παίρναμε, αυτούς που δεν τολμούν να ομολογήσουν τον αριθμό υπαλλήλων που πρέπει να εκδιωχθούν από το δημόσιο κ.τ.λ. Για μια ακόμη φορά στρέψαμε τα οπίσθιά μας σε εκείνους που προσπάθησαν να μας πουν την αλήθεια. Οπότε γιατί τώρα ακούω γκρίνιες και ψυχοπαραπονιάρικα για τη μετανάστευση των νέων;
Κι όταν ακούω τα πατριωτικά περί ανάγκης να μείνουν οι νέοι εδώ, να παλέψουν, να κάνουν υπομονή και θα έρθουν καλύτερες μέρες και... προσωπικά πλέον τα ακούω ολίγον βερεσέ. Τι μπορώ να πω στο νέο που θα ζητήσει την άποψή μου; Μπορώ να του πω να μείνει εδώ και να αγωνιστεί; Να αγωνιστεί απέναντι στο τι; Μήπως μπορώ να του πω να μείνει και να γίνει ίδιος με τους υπολοίπους για να επιβιώσει; Μπορώ να επιχειρηματολογήσω περί πατρίδας και άλλα τέτοια όμορφα; Και τι είναι η πατρίδα άλλωστε; Πατρίδα είναι απλώς ο τόπος που ο καθένας μας γεννήθηκε τυχαία; Όχι! Πατρίδα είναι ο τόπος που σου δίνει ευκαιρίες, που αναγνωρίζει την προσπάθειά σου, που περιορίζει τα εμπόδια, που επιδιώκει τη συνεχή αξιολόγηση των πάντων -ακόμη και κυρίως των εκπαιδευτικών της- που σε κάνει, με απλά λόγια, να αισθάνεσαι καλά.
Τι να πω στα παιδιά που θα ζητήσουν την άποψή μου; Ότι βλέπω προοπτική μετά το νέο ανασχηματισμό; Πού να βρω και ένα έστω επιχείρημα; Στα πρόσωπα που στείλαμε στην Ευρωβουλή ή μήπως σε εκείνα που στελεχώνουν την κυβέρνηση πλέον; Μήπως στα πρόσωπα που ελπίζουν να μας κυβερνήσουν μετά τις επόμενες εθνικές εκλογές; Μπορώ να το κάνω αυτό; Σίγουρα όχι. Οπότε οι καλύτεροι, οι πιο δυναμικοί, οι πιο ευφυείς νέοι θα συνεχίσουν να φεύγουν. Μάλλον είναι απόλυτα φυσιολογικό.
Τώρα που το σκέφτομαι, μάλλον, κάτι μπορώ να πω αλλά όχι στη νέα γενιά. Κύριοι Σαμαρά, Τσίπρα, Βενιζέλο, ψεκασμένοι Έλληνες... πιθανώς με το λαϊκισμό σας, με την έλλειψη ποιότητας και αισθητικής των υποσχέσεων και των επιλογών σας να κερδίσατε το πολιτικό μέλλον σας. Όμως, κύριοι, με τις ίδιες αυτές επιλογές σίγουρα χάσατε μια (ακόμα) υπέροχη γενιά. Κι αυτό μπορώ να το ισχυριστώ με τη βεβαιότητα ενός ανθρώπου που την έζησε (και πάλι) από κοντά.


Δευτέρα 16 Ιουνίου 2014

Πού θα κινηθούν οι βάσεις;


Στην Ελλάδα της κρίσης, αν κάτι δεν πρόκειται να γνωρίσει ποτέ κρίση είναι οι... εκτιμήσεις. Εκτιμήσεις για την πορεία της οικονομίας, για τα αποτελέσματα των εκλογών, για τον καιρό, για τον τουρισμό... Εκτιμήσεις για όλους και για όλα. Πρόκειται, βέβαια, για εκτιμήσεις που γίνονται απλώς για να... διαψευσθούν. Αμέσως μετά οι «εκτιμητές», αντί να ρίξουν μια ξεγυρισμένη αυτοκτονία από την ντροπή, προσπαθούν να συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα, χωρίς ίχνος από το προαναφερθέν συναίσθημα. Για τη διάψευση των περισπούδαστων εκτιμήσεών τους φταίνε πάντα οι άλλοι και όχι η παντελής άγνοια των ιδίων. Φυσικά. Ο ανάδρομος Ερμής, κάποια -από τις πολλές- συνωμοσία, πλέον η τρόικα, το πέταγμα μιας πεταλούδας στην Ιαπωνία, οι ψεκασμοί που δεχόμαστε παντοιοτρόπως και κυρίως ο ανθρώπινος παράγοντας που λειτούργησε αγνοώντας τις εκτιμήσεις των ειδημόνων.
Συμπέρασμα: Μην αναλώνεστε σε μελέτη εκτιμήσεων, παρά μόνο αφού αυτές διαψευστούν παταγωδώς.
Σοφή συμβουλή ιδίως για τους μαθητές που πρόσφατα συμμετείχαν στις Πανελλαδικές εξετάσεις. Γιατί ανάμεσα στις εκτιμήσεις, τη συγκεκριμένη περίοδο, κυριαρχούν εκείνες για την κίνηση των βάσεων εισαγωγής στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση. Είναι πια θεσμός. Κάτι σαν τις καταλήψεις των σχολείων ή ακόμα καλύτερα σαν τη μέρα της μαρμότας. Πρόκειται για θέμα που τραβάει σαν μαγνήτης. Οπότε κάθε σχετικός(;), κυρίως, όμως, άσχετος πετάει μια εκτίμηση με μόνο στόχο την προσέλκυση της προσοχής ενός πολυπληθούς κοινού.
Άγχος και πανικός. Δε μας φτάνει που κάθε πρωί πρέπει να μελετάμε τις αστρολογικές προβλέψεις, πρέπει να ασχολούμαστε και με τη μελέτη των... «βασιακών» προβλέψεων. Πού χρόνος για όλο αυτό; Τι είμαστε πια οι Έλληνες; Τίποτα τεμπέληδες που δεν έχουν δουλειά να κάνουν είμαστε;
Προσωπικά αδυνατώ να καταλάβω τη χρησιμότητα των συγκεκριμένων εκτιμήσεων. Άντε και μας είπαν οι προφήτες πού θα κινηθούν οι βάσεις. Τι να την κάνει πια ο μαθητής την ενόρασή τους; Μπορεί να πάει και να ζητήσει πίσω το γραπτό που παρέδωσε, ώστε να το βελτιώσει για να ανταποκρίνεται στις εκτιμήσεις; Ωραία θα ήταν αλλά ανέφικτο. Αν, λοιπόν, ένας μαθητής δεν τα πήγε καλά -με βάση τις εκτιμήσεις πάντα- τι μπορεί να κάνει; Να πάρει τα βουνά για να γλιτώσει την κατακραυγή; Να φύγει για τα ξένα μπας και αποφύγει τις μπούφλες των γονιών; Να αυτοκτονήσει ρίχνοντας μούντζα στη ματαιότητα του κόσμου; Ε; Σε τι άραγε ωφελούν όλες αυτές οι εκτιμήσεις; Να γίνονταν νωρίτερα, ίσως πριν τις Πανελλαδικές ή με την έναρξη της σχολικής χρονιάς, να πω ότι σε κάτι θα χρησίμευαν!!!
Και εκείνοι που τις δημοσιεύουν, άντε και ικανοποιούν το ναρκισσισμό τους. Ναρκισσισμό και σαδισμό μαζί. Εκρηκτικό μείγμα! Αμ εκείνοι που κάθονται και τις μελετούν; Τι να πει κανείς μ’ αυτούς; Τι φοβερός μαζοχισμός! Δηλαδή τι επιδιώκουν; Ανοίγουν τα μάτια το πρωί και σκέφτονται «πώς θα κάνω τα νεύρα μου τσιάταλο;». Άλλο σκοπό δεν έχουν από το να φτάνουν την πίεσή τους στα ύψη; Μπορεί ο θάνατος από εγκεφαλικό να αποτελεί όνειρο κάποιου ανθρώπου και δη μαθητή; Μη χειρότερα.
Να σοβαρευτώ. Εννοώ να σοβαρευτώ περαιτέρω. Εννοώ με τα κριτήρια του... «μέσου» ανθρώπου, δηλαδή εκείνου που δε διαθέτει ίχνος χιούμορ. Οι βάσεις καθορίζονται από πολλούς παράγοντες. Κάποιοι είναι μετρήσιμοι και δεδομένοι. Σε λίγες μέρες, για παράδειγμα, θα γνωρίζουμε τι έγραψε ο κάθε μαθητής σε κάθε μάθημα και θα το γνωρίζουμε με ακρίβεια. Ωραία. Αυτό, λοιπόν, είναι μέγεθος μετρήσιμο. Μπορούμε, επίσης, να εικάσουμε τις επιθυμίες αρκετών μαθητών -σίγουρα όχι όλων. Δεν επιθυμούν όλοι να γίνουν γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί, ιχθυοκαλλιεργητές ή κοινωνικοί εργάτες. Μπορεί να το επιθυμούν οι γονείς τους αλλά όχι οι ίδιοι. Ή και το αντίθετο. Και πλέον νέες παράμετροι κάνουν την εμφάνισή τους δυναμικά ανατρέποντας τους κανόνες του παιχνιδιού. Η οικονομική κρίση, για (δεύτερο) παράδειγμα, διαμόρφωσε νέα δεδομένα. Υπάρχουν μαθητές που κινήθηκαν σε άριστο επίπεδο επιδόσεων. Αυτοί θα μπορούσαν να διεκδικήσουν μια από τις πιο φιρμάτες σχολές αλλά αδυνατούν να το κάνουν. Σκέφτονται πιο πρακτικά. Όλο και λιγότεροι μπορούν να αντεπεξέλθουν στα έξοδα διαμονής και διαβίωσης μιας μεγαλούπολης. Αρκετοί θα προτιμήσουν μια σχολή της πόλης τους ή κοντά σ’ αυτή, ώστε να αποφύγουν τα έξοδα του ενοικίου, του ψυχολόγου που θα βοηθούσε στην προσαρμογή στο νέο περιβάλλον, της γυναίκας που θα καθάριζε το σπίτι...
Όλα αυτά, όμως, θα επηρεάσουν τις βάσεις και καθιστούν οποιαδήποτε εκτίμηση αβάσιμη. Θα γνωρίζουμε με ακρίβεια «πού θα κινηθούν οι βάσεις», μόνο όταν και ο τελευταίος μαθητής καταθέσει το μηχανογραφικό του. Μέχρι τότε, δυστυχώς, θα συνεχίσει να μας καταδιώκει ο λαϊκισμός των ψευδοπροφητών. Θα δεχόμαστε έναν βομβαρδισμό εκτιμήσεων που, σε μεγάλο βαθμό, απλώς θα διαψευστούν. Οι φετινές βάσεις, όπως κάθε χρονιά, θα εξαρτηθούν από μια πορεία δράσεων που ξεκίνησε από τις εξετάσεις και πρόκειται να ολοκληρωθεί με την επεξεργασία των μηχανογραφικών που θα κατατεθούν οσονούπω.
Μέχρι τότε απλώς ας σεβαστούμε τους μαθητές και τις οικογένειές τους, χωρίς διάθεση εκμετάλλευσής τους. Ας τους δώσουμε χρόνο και χώρο να ανασάνουν, να σκεφτούν, να κάνουν την αυτοκριτική τους, να χαλαρώσουν, να επαναπροσδιορίσουν, να ονειρευτούν και κυρίως να σχεδιάσουν το μέλλον τους. Κι αυτό -το μέλλον- θα είναι λαμπρό για όσους είναι αποφασισμένοι να αγωνιστούν. Όχι αναγκαστικά για όσους θα αριστεύσουν στις Πανελλαδικές.

Ο κ. Ζάχος εύχεται σε όλους τους μαθητές να βρουν το δρόμο που τους ταιριάζει.



Κυριακή 8 Ιουνίου 2014

Από τον Αριστοτέλη στον... Ζαγοράκη

Η σημαία των Μπουρκινοφασιανών
Όταν ο Ι. Πολέμης αναρωτιόταν «Τι είναι η πατρίδα μας;» αδυνατούσε να  φανταστεί ότι περίπου έναν αιώνα μετά, θα είχαμε την απάντηση. Το αιώνιο ερώτημα του Πολέμη έπαψε να είναι αιώνιο. Χρειάστηκαν γι αυτό απλώς οι πρόσφατες δημοτικοπεριφερειακοευρωεκλογές. Τα αποτελέσματα που αντανακλούν τις πολιτικές επιλογές μας, αδιάψευστοι μάρτυρες του «τι είναι η πατρίδα μας».
            Αν με βάση την απλή λογική (το κείμενο δυσκολεύει για κάποιους) σκεφτούμε (το κείμενο απομακρύνεται επικίνδυνα από το επίπεδο του μέσου Έλληνα) ότι πατρίδα είναι ο λαός της, έχουμε την απάντηση. Ισχύει όχι μόνο για την πατρίδα μας αλλά και για την πατρίδα οποιουδήποτε λαού. Το Αζερμπαϊτζάν1 αντανακλά την ποιότητα των Αζέρων2, η Γουαδελούπη3 των Γουαδελουπιανών4, το Βανουάτου5 των Βανουατιανών6, η Μπουρκίνα Φάσο7 των Μπουρκινοφασιανών8 και πάει λέγοντας. Αυτό λέγεται λογικό συμπέρασμα (το κείμενο γίνεται διδακτικό). Αν κάποιος ισχυριζόταν ότι π.χ. το Σάο Τομέ και Πρίνσιπε9 αντανακλά το ποιόν των Ουζμπέκων10 ή ότι το Ναουρού11 έχει κάτι από την κουλτούρα των Μπαγκλαντεσιανών12, δε θα ήταν λογικό συμπέρασμα. Θα ήταν πέραν κάθε αμφιβολίας παράλογο, αφού δε διαθέτει τα αναγκαία τεκμήρια.
            Με κριτήριο τα αποτελέσματα των τριών εκλογικών αναμετρήσεων η πατρίδα μας δεν είναι παρά ένα συνονθύλευμα φασιστών, ψεκασμένων, οπαδών ποδοσφαίρου (ο εθισμός του πιο απαίδευτου νου), λαϊκιστών, απολίτιστων και ανίδεων περί πολιτικής ατόμων. Με απλά λόγια η πατρίδα μας είναι ένα ποτ πουρί ανθρώπων με πρωτόγονη σκέψη, οι οποίοι έχουν καταστήσει την ηλιθιότητα νόημα και τρόπο ζωής επιβάλλοντάς την παντού. Οικονομία, πολιτική, εκπαίδευση, κοινωνία κυριαρχούνται, διαμορφώνονται και καθοδηγούνται από τις επιλογές ενός εκρηκτικού μείγματος υποκουλτούρας, άγνοιας, ατομικισμού, ανευθυνότητας και έλλειψης συνείδησης των αποτελεσμάτων κάθε δράσης.
            Υπήρξαν, βέβαια, ιστορικές περίοδοι κατά τις οποίες τη βλακεία του λαού αντιστάθμιζε ωραιότατα το όραμα για ανάπτυξη, η δυνατότητα για ανανέωση και η ποιότητα σκέψης της εξουσίας του. Στη σημερινή Ελλάδα δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Οπότε, μη φάτε... Τα δείγματα γραφής τόσο εκείνων που μας εξουσιάζουν εδώ και δεκαετίες όσο κι εκείνων που επιθυμούν να μας εξουσιάσουν για τις επόμενες δεν αφήνουν ελπίδα καμιά. Άντε να δικαιολογήσει κανείς τις ανόητες επιλογές του αδαή και απαίδευτου λαού στις δημόσιες (πολιτικές επιλογές) αλλά και στις ιδιωτικές (δάνεια που αδυνατεί να ξεπληρώσει) υποθέσεις του. Τι γίνεται όμως με τις ακόμα πιο ανόητες και χυδαίες από άποψη αισθητικής επιλογές της εξουσίας;
            Τι να σκεφτεί κανείς, όταν η χώρα που (ισχυρίζεται ότι) γέννησε τον Αριστοτέλη, τον Πλάτωνα, το Σωκράτη αναθέτει στον κ. Ζαγοράκη ρόλο στην επιτροπή «Παιδείας και Πολιτισμού» του Ευρωκοινοβουλίου; Τι να πει κανείς όταν ο κ. Ανατολάκης διορίζεται στο υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων; Δε λέει το παραμικρό. Μούγκα! Μένει άναυδος και άφωνος και άλαλος μαζί από την εκπληκτική έκπληξη που νιώθει κι αν δεν είναι γερή κράση παθαίνει και εγκεφαλικό!
            Και άντε, ιερό και όσιο δεν έχουμε στις εσωτερικές επιλογές μας. Τις κάνουμε και τις λουζόμαστε. Πρέπει πλέον να περιφέρουμε την απεραντοσύνη της βλακείας μας και εκτός συνόρων; Τι θα κερδίσουμε από τη διεθνοποίηση της ηλιθιότητάς μας; Ποιος θα δει τους ευρωβουλευτές που εκλέξαμε και τους παράταιρους ρόλους που τους αναθέτουμε και θα μας πάρει στα σοβαρά; Καλά «παιδιά», δε λέω αλλά τι έπεισε τους αρμοδίους έστω και να σκεφτούν ότι τα συγκεκριμένα πρόσωπα διαθέτουν τα εφόδια για τα αξιώματα που τους ανατέθηκαν; Προσωπικά όσο κι αν έψαξα δεν κατάφερα να εντοπίσω αναφορές για τις σπουδές των συγκεκριμένων κυρίων. Κι αυτό δεν έχει να κάνει με οποιοδήποτε ρατσισμό. Κάποιος δεν έχει σπουδάσει αλλά μπορεί να πετύχει π.χ. στο ποδόσφαιρο αλλά... Ένας άνθρωπος επειδή διέπρεψε στους αγωνιστικούς χώρους μπορεί να τα καταφέρει εξίσου καλά και στο στίβο του πολιτισμού και της παιδείας και μάλιστα χωρίς ίχνος σπουδών;
            Θα μου πείτε, εδώ διορίσαμε Υφυπουργό Παιδείας ηθοποιό που στο μοναδικό γνωστό ρόλο της είχε υποδυθεί τη «Σελήνη» της τηλεοπτικής «Λάμψης» του Φώσκολου, στον Ανατολάκη θα κολλήσουμε. Στο κάτω κάτω της γραφής πρόκειται για υπουργείο και... «Θρησκευμάτων» και όπως όλοι γνωρίζουμε το ποδόσφαιρο είναι θρησκεία. Ίσως αυτό σκέφτηκε ο υπουργός και πήρε τη βαθυστόχαστη απόφασή του.
            Όταν ο πολιτισμός μιας χώρας διαμορφώνεται από τα βλακώδη τηλεοπτικά πρότυπά της, περιορίζεται στο πλαίσιο των ποδοσφαιρικών γηπέδων, αντανακλάται στα ευφάνταστης χυδαιότητας συνθήματα των οπαδών, δεν μπορούμε να περιμένουμε πολλά. Και κυρίως δεν μπορούμε να απαιτούμε από τη νέα γενιά να έχει όραμα, να αγωνίζεται, να καινοτομεί, να συμμετέχει δυναμικά στα κοινά, να φέρει τα πάνω κάτω. Δεν μπορούμε να πείσουμε τους νέους να ακολουθήσουν το δρόμο που άνοιξε η σκέψη του Αριστοτέλη, όταν ανεχόμαστε ο πολιτισμός μας να εκπροσωπείται από τη σκέψη που διαμορφώθηκε στα γήπεδα των στημένων αγώνων και στα τηλεοπτικά παράθυρα της απόλυτης μπαρούφας.

1, 3, 5, 7, 9, 11: Χώρες του σύγχρονου κόσμου
2, 4, 6, 10, 12: Λαοί του σύγχρονου κόσμου
8: Σπανιότατο είδος φασιανού αλλά και λαός του σύγχρονου κόσμου


Ο κ. Ζάχος αναρωτιέται: αν ως χώρα διαθέταμε ποδοσφαιριστές επιπέδου Ρονάλντο ή Μέσι, θα τους κάναμε Προέδρους της Δημοκρατίας ή αυτή τη θέση την προορίζουμε για αποτυχημένους πολιτικούς;

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014

«Θα καταργήσουμε και τον έρωτα...»

Όπως και να έχει, η αυτοκτονία είναι πράξη τραγική. Για εκείνον που την επιλέγει αλλά και για τους οικείους του. Για όποιον λόγο κι αν συμβαίνει. Όταν μάλιστα σε αυτή καταφεύγει ένα άτομο νεαρής ηλικίας, ένας έφηβος, τότε τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα. Στην περίπτωση αυτή ταιριάζει μόνο η σιωπή… 

Αυτό τουλάχιστον συμβαίνει σε κοινωνίες που διαθέτουν ένα επίπεδο κουλτούρας, μια ποιότητα σκέψης και συναισθήματος. Στην Ελλάδα κάτι τέτοιο απλώς δε συμβαίνει. Στην Ελλάδα της ολοκληρωτικής κρίσης ακόμα και η αυτοκτονία ενός παιδιού αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης στο βωμό του απόλυτου λαϊκισμού και της μετριότητας. Στην Ελλάδα της υποκουλτούρας και της βαρβαρότητας υπάρχει κόμμα ικανό να συλήσει το πτώμα ενός παιδιού, αναζητώντας κάποιες ψήφους στον υπέρ πάντων αγώνα για κατάληψη της εξουσίας. 
Πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς την ανακοίνωση -λίγο μετά την αυτοκτονία ενός παιδιού- του στιλ: «Εμείς θα καταργήσουμε τις Πανελλαδικές, όταν έλθουμε εν τη βασιλεία μας»! Οι λεξικογράφοι μάλλον έχουν αρκετή δουλειά. Ο ορισμός του «λαϊκισμού» έχει ήδη αλλάξει. Ίσως αυτό είναι και το μόνο που μπορεί να αλλάξει πραγματικά σ’ αυτή τη χώρα. 
Περίπου τριάντα χρόνια πριν κάποιο άλλο κόμμα αναρριχήθηκε στην εξουσία με συνθήματα που καταργούσαν τα πάντα. Καταργούσαν τις «Πανελλήνιες», φυσικά, την ΕΟΚ αλλά και το ΝΑΤΟ, γιατί «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ, το ίδιο συνδικάτο», όπως όλοι έχουμε εμπεδώσει. Βέβαια, εκτός από τις «Πανελλήνιες» που μετονομάστηκαν σε «Πανελλαδικές», οι υπόλοιπες αλλαγές παραπέμφθηκαν στις καλένδες, αφού ούτε της ΕΟΚ ούτε του ΝΑΤΟ τα αφτιά ίδρωσαν. 
Τριάντα χρόνια μετά ένα κόμμα ανασύρει συνθήματα από το «χρονοντούλαπο της ιστορίας». Tragic! Και ακόμα πιο tragic ότι συνεχίζουν να υπάρχουν εκείνοι που «φτιάχνονται» με αυτά. Και οι του κόμματος τη δουλίτσα τους κάνουν, που δεν είναι άλλη από την κατάληψη της εξουσίας. Οι υπόλοιποι, όμως, πώς ανέχονται την απόλυτη ανοησία, την υποβάθμιση της πολιτικής σε αγώνα κανιβάλων, την έλλειψη πρωτοτυπίας και σεβασμού ακόμα και της πιο τραγικής ανθρώπινης πράξης; Αδιανόητο. 
Αδιανόητο βέβαια και το άλλο. Αφού φτάσαμε στο συγκεκριμένο σημείο και αφού οι πολίτες αυτής της χώρας δείχνουν να έχουν χάσει κάθε ανθρώπινο ανακλαστικό, γιατί να μη δώσουμε στο λαϊκισμό νέες διαστάσεις; Είναι πολύ απλό. Γιατί βρε παιδιά να σταματήσετε στην κατάργηση των Πανελλαδικών; Γιατί, βρε κουτά, δεν κάθεστε να μελετήσετε συνολικά τις αιτίες που οδηγούν συνανθρώπους μας σε αυτοκτονία; Βάλτε τα κάτω και θα δείτε ότι τα ποσοστά αυτοκτονιών που οφείλονται σε διαφορετικούς παράγοντες είναι ασύγκριτα μεγαλύτερα από εκείνα που οφείλονται στις Πανελλαδικές. 
Και δε χρειάζεται να διαθέτει κάποιος διδακτορικό στη Στατιστική για να καταλάβει. Ξέρετε πόσες αυτοκτονίες προκάλεσε η οικονομική κρίση τα τελευταία χρόνια; «Πολλές», είναι η σωστή απάντηση. Γιατί, λοιπόν, δεν καταργείτε και την κρίση; Κι επειδή η κατάργηση της κρίσης προϋποθέτει μέτρα που δε συνάδουν με το λαϊκισμό στα νερά του οποίου κολυμπάτε όλο χάρη, μπορείτε απλώς να την καταργήσετε από το ελληνικό λεξιλόγιο, όταν κατακτήσετε την εξουσία. Μπορείτε την κρίση να τη λέτε... «ευζωία», για παράδειγμα. Άλλωστε ο Όργουελ τα έχει γράψει όλα αυτά εδώ και χρόνια. Μην τα ξαναλέω τώρα εγώ και γίνομαι κουραστικός. 
Εκεί, όμως, που έχει πολύ ψωμί είναι ο έρωτας. Μάλιστα, ο έρωτας, αυτό το αγνό, δυνατό και πανανθρώπινο συναίσθημα. Ξέρετε πόσες και πόσοι έχουν οδηγηθεί σε αυτοχειρία λόγω έρωτα; Γνωρίζετε πόσα εγκλήματα έχουν διαπραχθεί στο όνομα του έρωτα; Έχετε υπόψη σας τι πόνο έχει προκαλέσει σε μικρούς, μεσήλικες και γέρους; Χαμός μεγάλος. Και δε μιλάμε για θέμα εθνικό. Ολόκληρη η Οικουμένη θα σας ευγνωμονεί. Εκεί, λοιπόν, πρέπει να στρέψετε την προσοχή σας. Τι κάθεστε κι ασχολείστε με τα μικρά; Γιατί σπαταλάτε φαιά ουσία σε κάτι που δεν τους αγγίζει όλους; Το σύνθημα είναι ήδη έτοιμο: «Θα καταργήσουμε και τον έρωτα που τόσο ταλάνισε επί αιώνες την ανθρωπότητα». Το «ταλάνισε» καλύτερα μην το βάλετε, γιατί εκείνοι στους οποίους αναφέρεστε σιγά και μην το καταλάβουν. Αυτό, μάλιστα. Μεγάλη επιτυχία. Εκεί να δείτε ψήφους. Δε θα προλαβαίνετε να μετράτε. Θα έρχονται από παντού, ακόμα κι από το εξωτερικό, μάλλον μαζί με τις επενδύσεις που περιμένουμε. Η εξουσία στο τσεπάκι σας με τη μια. 
Βέβαια, εδώ τίθεται ένα λογικό ερώτημα: «και πώς καταργείται ο έρωτας»; Δύσκολο εγχείρημα! Πιθανώς ακατόρθωτο. Όμως, δε χρειάζεται και να το υλοποιήσετε. Εσείς απλώς θα το υποσχεθείτε. Μην ασχολείστε με τα άλλα, τα λογικά. Δεν πρόκειται να σας ζητηθεί από κανέναν η συνταγή. Άλλωστε η ιστορία έχει δείξει δυο πράγματα: το ένα είναι ότι οι πολιτικοί μας απλώς επιθυμούν την κατάληψη της εξουσίας και όχι την υλοποίηση μέτρων που θα οδηγήσουν σε ανάπτυξη. Το άλλο είναι ότι ο περιούσιος λαός μας είναι περιούσιος στα χαρτιά και μόνο. Αρέσκεται στα συνθήματα που του υπόσχονται τον ουρανό με τα άστρα. Αυτά διαμορφώνουν την άποψή του, αυτά τον καθοδηγούν και με αυτά συνεννοείται. Τις λύσεις απεχθάνεται. Ιδίως αν απαιτούν προσπάθεια! 


Ο κ. Ζάχος προτείνει στους πολιτικούς να αφήσουν έξω από τη 
βλακώδη αντιπαράθεσή τους τούς νέους, γιατί αυτοί είναι οι μόνοι ικανοί να δώσουν λύσεις.

Κυριακή 27 Απριλίου 2014

Το λυκαυγές του ελληνικού Μεσαίωνα

Η ανείπωτη χαρά που νιώθω είναι... ανείπωτη. Η Ελλάδα δείχνει να εγκαταλείπει την ένδοξη αρχαιότητα -ξέρετε, τότε που «εμείς φτιάχναμε ωραίους και γερούς Παρθενώνες και άλλα ευκλεή οικοδομήματα»- και σιγά σιγά εισέρχεται στο Μεσαίωνα. Υπήρξε, βέβαια, μια μικρή χρονική υστέρηση συγκριτικά με τους υπόλοιπους δυτικούς λαούς αλλά, σε κλίμακα αιωνιότητας δεν πρόκειται παρά για σταγόνα στον ωκεανό. Τώρα, και για να μη δίνω λαβές και βρεθεί κανείς να με κακολογήσει, διευκρινίζω. Η ευτυχία μου δεν απορρέει από την είσοδό μας στο Μεσαίωνα αυτή καθαυτή αλλά από το τι έπεται. Μπορεί για κάποιους αιώνες τα πράγματα να είναι λίγο αχνά έως και μαύρα αλλά αμέσως μετά έρχεται το καλό: Αναγέννηση και ο Διαφωτισμός. Τι καλά!!! Το φως (όχι το Άγιο αλλά του Διαφωτισμού και των ανθρωπιστικών ιδεών) βρίσκεται μπροστά μας.
Η απέραντης αισιοδοξίας θέση που διατυπώθηκε ήδη στηρίζεται σε πλήθος τεκμηρίων. Η ελληνική κοινωνία άλλωστε καθόλου φειδωλή είναι σ’ αυτό. Σε μια εποχή που ο υπόλοιπος κόσμος βιώνει δυναμικά την κυριαρχία της ψηφιακής τεχνολογίας και την εδραίωση της παγκοσμιοποίησης με τα καλά και τα κακά της, εμείς είμαστε... αλλού. Στηρίζουμε άτομα που κηρύσσουν το μίσος, τη βία, το φόβο απέναντι στους διαφορετικούς, θεωρούν δεδομένη την «καθαρότητα» και ανωτερότητά μας. Ψηφίζουμε κόμματα που πιστεύουν ότι οι βλακώδεις επιλογές μας για το οτιδήποτε οφείλονται στο ότι μας ψεκάζουν. Τα ποσοστά των λειτουργικά και ψηφιακά αναλφάβητων συμπατριωτών μας (ανήκουν κι αυτοί άραγε στους... ανώτερους;) κινούνται στις πρώτες θέσεις του δυτικού και πλέον μεγάλου μέρους του ανατολικού κόσμου. Όσο για την οικονομική πραγματικότητα... Κι αυτή δείχνει να αποκτά με ρυθμούς Flash Gordon γνωρίσματα του Μεσαίωνα, τότε που η εξαθλίωση, η πείνα, η περιθωριοποίηση μεγάλων ομάδων πληθυσμού κυριαρχούσαν.
Εκείνο όμως που πιστοποιεί τη θριαμβευτική είσοδό μας στην εποχή του σκοταδισμού δεν είναι παρά η νοοτροπία μας. Αποτέλεσμα άθλιας, υποτυπώδους, συντηρητικής παιδείας (όχι μόνο εκπαίδευσης), η σκέψη της πλειονότητας των μελών του «ανώτερου έθνους» χαρακτηρίζεται από πηχτό σκοτάδι. Πίσσα. Νυχτερίδες και αράχνες. Πίστη σε δεισιδαιμονίες, αγωνία απέναντι στην «αμαρτία» της αμφισβήτησης, εμπιστοσύνη σε μεσσίες της πολιτικής, εξοβελισμός του ξένου, διαιώνιση στερεοτυπικών επιλογών ως προς τον τρόπο ζωής και τους στόχους, λατρεία του λαϊκισμού, φόβος απέναντι στο καινούριο, μισαλλοδοξία και κυρίως υποκρισία...
Κι όλα αυτά δεν ισχύουν για συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα. Χαρακτηρίζουν και άτομα που κατέχουν θέσεις εξουσίας, που -δυστυχώς- διαμορφώνουν και χειραγωγούν την κοινή γνώμη. Μεταφέρω: «...Εάν υπήρχε στιβαρά εκκλησιαστική Διοίκηση, τότε θα είχε εκδώσει ΑΦΟΡΙΣΜΟ για το ασεβέστατο αυτό ανθρωπάκι. Αφού όμως αυτό δεν έγινε, εμείς παρακαλούμε τον Θεό να σαπίσει το στόμα του! Συγχωρήστε με, Αδελφοί και Πατέρες!...». Μάλιστα. Θα πιστεύει κάποιος ότι πρόκειται για απόσπασμα αρχείων της Ιεράς Εξέτασης αλλά πιστεύει καθολικά λάθος. Πρόκειται για λόγια -αμβροσία και νέκταρ στάζουν τα άτιμα- του μητροπολίτη Καλαβρύτων Αμβρόσιου διατυπωμένα λίγες μέρες πριν την Ανάσταση του Κυρίου ο οποίος, έχω την υπόνοια, κήρυττε «αγαπάτε αλλήλους». Το προς αφορισμό θύμα; Ο συγγραφέας Ν. Δήμου που τόλμησε να αμφισβητήσει την αγιότητα του «Αγίου Φωτός» όχι το 1014 αλλά το 2014. 
Το 2014 από κάποιους -πολλούς κάποιους- κρίνεται αναγκαίος ο αφορισμός, ο λιθοβολισμός, ο μαρτυρικός θάνατος, η θεία τιμωρία εκείνου που τολμά και διατυπώνει αιρετικές θέσεις για το «Άγιο Φως», για το «κρυφό σχολειό», για το «φανερό σχολειό», για τη ΔΕΗ, την ΕΥΔΑΠ, για την αξιολόγηση στο δημόσιο, για την ποιότητα της επιλογής υποψηφίων ενόψει ευρωεκλογών, για οτιδήποτε παγιωμένο τελικά. Κατά τα άλλα η ελευθερία του λόγου στο μεγαλείο της. Μα καλοί μου άνθρωποι, το 2014 ελευθερία λόγου δε σημαίνει υποχρέωση να ασπαστώ τις διαφορετικές απόψεις αλλά υποχρέωση διασφάλισης του δικαιώματος εκείνου που τις λέει, να μπορεί να τις λέει.
Καθετί άλλο παραπέμπει στο Μεσαίωνα. Κι αυτό μπορεί να μας κάνει αισιόδοξους. Μπορεί να μας περιμένουν τα χίλια μύρια όσα βάσανα. Μπορεί ο σκοταδισμός να σκεπάζει απειλητικά τα πάντα γύρω μας. Μπορεί η άγνοια, η ακρισία, η εξαθλίωση να μας ακολουθούν αλλά θα το κάνουν για λίγους μόνο αιώνες ακόμη. Ακολουθεί η Αναγέννηση κι αυτό δεν μπορεί παρά να μας γεμίζει με αισιοδοξία. Βρισκόμαστε στο λυκαυγές της πιο σκοτεινής περιόδου αλλά πλέον μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι. Το λυκαυγές ακολουθείται από το λυκόφως. Σε λίγους αιώνες ο κ. Δήμου και ο κάθε Δήμου της ελληνικής κοινωνίας θα μπορεί να εκφράζεται ελεύθερα χωρίς να κινδυνεύει με... αφορισμό. 

Ο κ. Ζάχος αναρωτιέται αν όλοι εκείνοι που αγανάκτησαν με τις δηλώσεις Δήμου, 
το βράδυ της Ανάστασης παρέμειναν μέχρι το τέλος της ακολουθίας 
ή απλώς έλαβαν το φως και ξεκίνησαν αγώνα δρόμου με έπαθλο την αχνιστή μαγειρίτσα.