Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2017

«Νεκρά παιδιά»

Με τον όρο «νεκρή φύση» περιγράφουμε ένα έργο τέχνης που απεικονίζει συνήθως μία σύνθεση από άψυχα αντικείμενα, που μπορεί να είναι είτε φυσικά, όπως τρόφιμα, λουλούδια ή νεκρά ζώα, είτε τεχνητά, όπως βάζα, διάφορα σκεύη ή βιβλία. Τα συγκεκριμένα έργα μπορεί να κοσμούν ένα σαλόνι, μια κουζίνα, ένα παιδικό δωμάτιο ή ό,τι άλλο θέλει ο καθένας με κριτήριο την αισθητική του. Και πολλοί είναι πιθανό να θεωρείτε ότι τέτοιου είδους έργα μπορείτε να εντοπίσετε αποκλειστικά στο παζάρι της Λάρισας (κατά εκατοντάδες), στο Μοναστηράκι ή και σε κατά τόπους λαϊκές αγορές αλλά δεν είναι καθόλου έτσι. Ορισμένα από αυτά θεωρούνται καλλιτεχνικά αριστουργήματα και μοσχοπουλιούνται στην αγορά της τέχνης, αφού τα δημιούργησαν και μεγάλοι ζωγράφοι -μάλλον σε στιγμές που η έμπνευση τους είχε εγκαταλείψει ολοκληρωτικά- όπως ο Caravaggio, ο van Gogh, ο Paul Cezanne, ο Picasso… 
Η «νεκρή φύση» μπορεί να είναι κάτι που αξίζει τον κόπο αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τα «νεκρά παιδιά». Ο όρος αυτός δεν δηλώνει αυτό που φαίνεται με την πρώτη ματιά. Αναφέρεται σε παιδιά, τα οποία η Ιατρική και η Βιολογία θα χαρακτήριζαν με βεβαιότητα ζωντανά. Αναπνέουν, ανοιγοκλείνουν τα ματάκια τους, σηκώνουν τσαχπίνικα το φρύδι, περπατάνε, τρώνε, μιλάνε, χαζογελάνε, περνούν ατελείωτες ώρες στο Διαδίκτυο, σπαταλούν χρόνο με άτομα τα οποία κάποιος με άνεση θα χαρακτήριζε επίσης ζωντανά και συνήθως… κοιμούνται. Μπορεί κανείς να τα εντοπίσει στο παζάρι της Λάρισας (κατά εκατοντάδες), στο Μοναστηράκι ή και σε κατά τόπους λαϊκές αγορές -όπως και τις «νεκρές φύσεις» άλλωστε- αλλά και σε άλλα τρισάθλια μέρη. Η μεγάλη διαφορά τους με τη «νεκρή φύση» είναι ότι δεν θεωρούνται αριστουργήματα και, βέβαια, δεν μοσχοπουλιούνται ούτε στην αγορά της τέχνης ούτε και σε καμιά άλλη αγορά. Τα χαίρονται αποκλειστικά εκείνοι που τα δημιούργησαν -γονείς, παππούδες, γιαγιάδες, θειάδες…- και τα ανέχονται κάποιοι άλλοι που δεν τα δημιούργησαν όπως π.χ. οι εκπαιδευτικοί (αν και ορισμένοι από αυτούς ευθύνονται εξίσου για την εμφάνιση της συγκεκριμένης συνομοταξίας παιδιών). 
Ο όρος «νεκρά παιδιά» αποτελεί πολύ πρόσφατη επιστημονική ορολογία. Αναφέρεται για πρώτη φορά στο συγκεκριμένο άρθρο και στο εξής θα χρησιμοποιείται για να περιγράφει την πλειονότητα των εκπροσώπων κάθε επόμενης νέας γενιάς με συγκεκριμένα γνωρίσματα. «Νεκρά παιδιά» θεωρούνται τα παιδιά, έφηβοι και γενικά νέοι που ενώ θα κληθούν να ζήσουν και άρα να προσαρμοστούν στο σήμερα και πολύ περισσότερο στο αύριο, δεν διαθέτουν και δεν πρόκειται να διαθέτουν ούτε στο μέλλον τα προσόντα γι αυτό. Θα μπορούσαν να ζήσουν στο παρελθόν και να ανταποκριθούν αρκετά καλά στις απαιτήσεις του αλλά δεν έχουν την παραμικρή πιθανότητα κάτι τέτοιο να το πετύχουν απέναντι στα σύγχρονα δεδομένα. 
Κυρίαρχα χαρακτηριστικά των «νεκρών παιδιών» αποτελεί η ουσιαστική άγνοια της γλώσσας (λειτουργικά αναλφάβητα), η έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα και τις καταιγιστικές εξελίξεις της και κυρίως η έλλειψη ενός καλλιεργημένου μυαλού ικανού να επεξεργάζεται τα δεδομένα, να παρακολουθεί τις μεταβολές και να κατανοεί τις απαιτήσεις που διαμορφώνονται. Όπως είναι φυσικό, πρόκειται για άτομα που κυριαρχούνται από τον συντηρητισμό, λατρεύουν την εύκολη λύση, αδυνατούν να αναλάβουν τις προσωπικές ευθύνες τους, να λειτουργήσουν ώριμα και να προσαρμοστούν στις ανακατατάξεις που μας κατακλύζουν. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι στο άμεσο μέλλον θα ενταχθούν στις ήδη υπάρχουσες στρατιές ανέργων. 
Τα χαρακτηριστικά τους τούς οδηγούν σε επιλογές που θα ταίριαζαν σε προηγούμενες περιόδους αλλά καμιά σχέση δεν έχουν με τη σημερινή. Αποκτούν εφόδια που μπορεί να ονειρεύτηκε ο Νώε, που απαιτούνταν στον Μεσαίωνα, που εξασφάλισαν την επιτυχία ή έστω την επιβίωση στο παρελθόν. Τα εφόδια αυτά, όμως, δεν εξασφαλίζουν το παραμικρό πλέον, αφού δεν ικανοποιούν ούτε ιδιοκτήτη mini market που αναζητά υπαλλήλους. 
Θύματα συντηρητικών και αδιάφορων γονιών («ε, πού να τα ξέρουν αυτά τα πράγματα τα παιδιά;» αναρωτιούνται) και εκπαιδευτικών (μοιράζουν απλόχερα βαθμούς και αποδέχονται τη διαρκή μείωση των απαιτήσεων του σχολείου). Προετοιμάζονται για εποχές που μας έχουν αφήσει χρόνια και καιρούς και κάποτε ξοδεύοντας τρομακτικές δυνάμεις. Για εποχές νεκρές. Οπότε κι αυτά είναι -τι άλλο;- νεκρά. 
Κάποιοι υπόσχονται σε αυτά την ελπίδα (έχει ο Θεός, λένε). Αλλά την ελπίδα ούτε θα τη δουν ούτε και θα την απαντήσουν (μπορούν άλλωστε να ρωτήσουν όσους στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις ψήφισαν με το κριτήριο αυτό). Γιατί αυτοί που υπόσχονται οτιδήποτε είναι προσωποποιημένος ο λαϊκισμός. Κι αυτός -δηλαδή ο λαϊκισμός- υπόσχεται, καλοπιάνει, καθησυχάζει αλλά το μόνο που καταφέρνει είναι να αποκοιμίζει και να χειραγωγεί. Δυστυχώς, βέβαια, το μέλλον αυτών των παιδιών είναι να πέσουν χωρίς αντίσταση στην αγκαλιά του χειρότερου λαϊκισμού που θα τους πείσει (ήδη το κάνει) ότι για όλα φταίνε το κατεστημένο, οι ξένοι, οι ψεκασμοί, οι εξωγήινοι, ο σύλλογος καλαθοποιών νομού Πέλλας, οι «άλλοι». Θα τους πείθει ότι τη σωτηρία θα τους την φέρουν πάλι οι άλλοι, οι οποίοι άλλοι είναι κάποιοι άλλοι και όχι οι άλλοι που φταίνε για όλα. 
Η μόνη ελπίδα, όμως, μπορεί να προέλθει από τους κόλπους ενός σκληρού ρεαλισμού, για τον οποίο έχουμε αδιαφορήσει τις -πολλές- τελευταίες δεκαετίες. Κι αυτά τα παιδιά αδυνατούν να αντέξουν έναν τέτοιο ρεαλισμό και κάποτε με τη συμβολή των γονιών τους. Παιδιά και γονείς απέναντι στον ρεαλισμό νιώθουν ναυτία, πονοκέφαλο, τάση για εμετό και άλλα άσχημα πράγματα, οπότε και τον αποφεύγουν. Ακούω όλο και πιο συχνά ότι κάποιο παιδί «δεν αντέχει την πίεση». Κι αυτό με βολεύει. Όλους μας βολεύει. Σε ποιον δεν αρέσει η «παιδική χαρά» άλλωστε; Άραγε, όμως, όσοι το λένε καταλαβαίνουν και τι σημαίνει; Σημαίνει ότι ένα παιδί δεν αντέχει την κριτική, την προσπάθεια, την αλήθεια. Και όλα αυτά δεν θα τα αντέξει ποτέ. Γιατί όλα αυτά είναι μια στάση ζωής και αυτή δεν μαθαίνεται στα βαθιά γεράματα. Διδάσκεται σταδιακά και από μικρή ηλικία. 
Όλα αυτά δεν είναι πλέον μια πρόβλεψη για το μέλλον. Είναι ήδη η πραγματικότητα. Δείτε απλώς την ανεργία. Καλπάζει με ρυθμούς απερίγραπτους. Και θα συνεχίσει να το κάνει όσα τείχη κι αν ορθώσουμε στα σύνορά μας, όσους κι αν διορίσουμε στο δημόσιο. Ναι υπάρχει ανεργία αλλά και ναι, την ίδια στιγμή, υπάρχουν κενές θέσεις εργασίας. Άρα η ανεργία υπάρχει και πλήττει όσους προετοιμάστηκαν για θέσεις εργασίας του παρελθόντος. Κι αυτές δεν πρόκειται να ξαναεμφανιστούν ποτέ. Το «πού να τα γνωρίζουμε όλα αυτά» δεν μπορεί να δίνει άφεση αμαρτιών ούτε σε γονείς ούτε σε δασκάλους. Η εποχή μας προσφέρει απλόχερα ενημέρωση. Αλλά ποιος έχει τη διάθεση να την αναζητήσει και να την αποκτήσει; 
Είναι αλήθεια ότι οι εξελίξεις της τεχνολογίας και της επιστήμης πραγματοποιήθηκαν πολύ γρήγορα. Την ίδια στιγμή, η διαπαιδαγώγηση των νέων γενιών δεν κατάφερε να παρακολουθήσει τις μεταβολές. Προετοιμάζουμε κυνηγούς δεινοσαύρων ενώ οι δεινόσαυροι έχουν αφανιστεί. Προετοιμάζουμε άτομα που θα τα κατάφερναν ίσως στο παρελθόν. Με απλά λόγια, συνεχίζουμε να δημιουργούμε χελώνες που λατρεύουν την καθυστέρηση σε μια εποχή που έχει ανάγκη από ταχύτατους λαγούς. (σελ. 139-141)